Σάββατο 21 Μαΐου 2016

ΕΙΔΟΜΕΝΗ

Γιατί δεν φεύγουν οι πρόσφυγες από την Ειδομένη;


Το τελευταίο διάστημα, πλήθος δημοσιευμάτων επαναφέρουν το ζήτημα της Ειδομένης και των περίπου 9.000 εγκλωβισμένων προσφύγων, παρουσιάζοντας τον καταυλισμό ως κέντρο ανομίας και παραβατικότητας. Τον τόνο δίνουν τοπικοί παράγοντες, όπως ο Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, που προχώρησε σε μήνυση κατά παντός υπευθύνου στην Εισαγγελία Θεσσαλονίκης, ζητώντας την άμεση εκκένωση του καταυλισμού.

Δεν πρόκειται βέβαια για την πρώτη φορά που κάποια Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αλλά και ο ίδιος ο Απ. Τζιτζικώστας, συμβάλλουν στον περιορισμό ενός  κοινωνικού ζητήματος στις αστυνομικές πτυχές του (επεισόδια, λαθρεμπόριο κτλ), αδιαφορώντας για τους λόγους που οι πρόσφυγες δεν φεύγουν από την Ειδομένη ή για την εξεύρεση κάποιας λύσης που δεν θα στοχοποιεί τους πρόσφυγες ως παράγοντες επιβάρυνσης των περιοχών.
 
Είναι πλέον σαφές ότι, όσο τα σύνορα είναι κλειστά, η απόγνωση και αίσθηση της ανημπόριας στους πρόσφυγες θα κυριαρχούν, και θα προστίθενται στην εξάντληση του να ζεις επί τρεις μήνες σε αντίσκηνα κάτω από άθλιες συνθήκες, φτιάχνοντας ένα εκρηκτικό μείγμα. Κάθε πληροφορία ή φήμη για άνοιγμα των συνόρων μπορεί ανά πάσα στιγμή να αναπτερώσει μια μάταιη ελπίδα για συνέχιση του ταξιδιού, που στη συνέχεια θα ακυρωθεί, όπως είδαμε πολλές φορές με βίαιο τρόπο: η επίθεση των αρχών της ΠΓΔΜ, στις 10 Απριλίου, ήταν μόνο το πιο γνωστό περιστατικό.
Η Ειδομένη υπήρξε επί μήνες το κέντρο των πολιτικών εξελίξεων γύρω από το προσφυγικό. Με αυτήν την έννοια, βρέθηκε στο επίκεντρο των ΜΜΕ, κάποια από τα οποία αντιμετώπιζαν την κατάσταση εκεί με όρους θεάματος, προσπαθώντας να βγάλουν κάτι πιο «συγκλονιστικό» από το ήδη συγκλονιστικό: τον εγκλωβισμό χιλιάδων ανθρώπων, μεταξύ των οποίων και πολλών παιδιών.
 
Το ερώτημα, ωστόσο, παραμένει: γιατί δεν φεύγουν οι πρόσφυγες; Οι περισσότεροι, σύμφωνα με δικές τους μαρτυρίες, νιώθουν ότι πηγαίνοντας σε έναν άλλο τόπο ή κάποιο κέντρο φιλοξενίας, θα ξεχαστούν, και δεν θα έχουν τη δυνατότητα να απευθύνουν τα αιτήματά τους. Γι’ αυτό και το προηγούμενο διάστημα είχαμε διαμαρτυρίες προσφύγων, όχι μόνο όσον αφορά στις συνθήκες διαβίωσης στα camp (τα οποία λειτουργούν υπό την εποπτεία του στρατού ή της Ύπατης Αρμοστεία του ΟΗΕ), αλλά και στην αδυναμία πρόσβασης σε διαδικασίες αιτήσεων ασύλου, relocation. Η επανεγκατάσταση δεν έχει ακόμη ξεκινήσει, η συνέντευξη μέσω skype δεν λειτούργησε σε ικανοποιητικό βαθμό, συνεπώς η κατάσταση δείχνει στάσιμη.
 
Μέχρι και σήμερα δεν έχουν δημιουργηθεί επαρκείς θέσεις φιλοξενίας για να μεταφερθούν 9.000 άνθρωποι. Αλλά και η μεταφορά σε μη στεγασμένους χώρους, σε camp, δεν αποτελούσε «ελκυστική» επιλογή, ακόμη και όταν τα camp παρουσιάζονταν ως πρότυπα: οι πρόσφυγες θα μεταφέρονταν από σκηνές και πάλι σε σκηνές, αντιμετωπίζοντας ξανά προβλήματα προσωπικής υγιεινής (έλλειψη ντουζ, τουαλέτες, απουσία κρεβατιών).
 
Το τελευταίο διάστημα, οι προσπάθειες στέγασης επικεντρώνονται στην ενοικίαση βιομηχανικών ακινήτων, ώστε αυτά τα τελευταία να λειτουργήσουν «ανταγωνιστικά» προς τον καταυλισμό της Ειδομένης, εξασφαλίζοντας καλύτερες συνθήκες, και ενδεχομένως πείθοντας έτσι τους πρόσφυγες να αποχωρήσουν από τα σύνορα, που είναι δεδομένο ότι δεν πρόκειται να ανοίξουν.
 
Μέχρι σήμερα είχαμε παραδείγματα, όπως τα Διαβατά, όπου παρά τις αρχικές αντιδράσεις ακροδεξιών κύκλων, τελικά οργανώθηκε μια βιώσιμη καθημερινότητα, χάρη και στη συνδρομή αλληλέγγυων και οργανώσεων να δημιουργήσουν μια καθημερινότητα: λειτούργησε σχολείο, φτιάχτηκε παιδότοπος και αντιμετωπίστηκαν, τουλάχιστον προσωρινά, τα προβλήματα της αναμονής σε ένα άγνωστο μέρος χωρίς γνώση του τι μέλλει γενέσθαι.
 
Σε κάθε περίπτωση, όσο δεν υπάρχουν νόμιμοι τρόποι διέλευσης, οι πρόσφυγες θα προσπαθούν να φύγουν προς τη Βόρεια Ευρώπη, αναζητώντας νέα περάσματα, και «ακουμπώντας» γι’ αυτό σε σκληρότερα κυκλώματα διακίνησης, που προσφέρουν τις «υπηρεσίες» τους με το αζημίωτο. Οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες, στους οποίους σημειωτέον δεν έχουν απομείνει και πολλά χρήματα, θα συνεχίσουν να πέφτουν θύματα ξυλοδαρμών και ληστείας από τους ίδιους τους διακινητές και την αστυνομία των γειτονικών χωρών, με συνέπεια να επιστρέφουν πίσω, ψάχνοντας νέους τρόπους επιβίωσης και ένα μεροκάματο, συχνά μέσω του λαθρεμπορίου. Αυτά, όμως, είναι τα «υποπροϊόντα» της αδιέξοδης συμφωνίας μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας, που ακυρώνει τα δικαιώματα των προσφύγων και των μεταναστών, τσαλακώνει την αρχή της μη επαναπροώθησης επιταχύνοντας τις απελάσεις στην Τουρκία και επιφυλάσσει για πολλούς την εφιαλτική «προοπτική» των κέντρων κράτησης.

Γίνεται εμφανές ότι η συμφωνία αυτή δεν δίνει καμία λύση στο υποτιθέμενο πρόβλημα που προοριζόταν να επιλύσει, την αντιμετώπιση δηλαδή των κυκλωμάτων διακίνησης: διακινητές θα υπάρχουν όσο τα σύνορα παραμένουν κλειστά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου