Κι όταν κιότεψες Αγαμέμνων και άφησες μια δράκα φασίστες να διαφεντέψουν τη χώρα για εφτά χρόνια, πάλι εμένα θυσίασες.
Τώρα Αγαμέμνων ετοιμάζεσαι ξανά να με πουλήσεις.
Άκου Αγαμέμνων
που κάποτε σε λέγαν Ελευθέριο, κάποτε Κώστα, κάποτε Γιώργο και τώρα Ευάγγελο, Αντώνη, Φώτη και Αλέξη
Το ξέρω πως δεν με καταλαβαίνεις. Μοιάζω χωριάτα στα μάτια σου εκεί στις χρυσοποίκιλτες Αθήναις. Δεν μπορείς να καταλάβεις γιατί κλαίω κάθε φορά που το αεροπλάνο αρχίζει την κάθοδο του προς την πόλη της Θεάς, ούτε γιατί βουρκώνω κάθε φορά που το πλοίο μπαίνει στην αγκαλιά του Πειραιά.
Η βαριά μου προφορά σε αφήνει αδιάφορο. Κι ας σφυρίζει μέσα από το στόμα μου το δασύ τζ της αρκαδικής μου διαλέκτου. Κι ας γεμίζει το στόμα μου και το σύμπαν με τα ν του τέλους των πανάρχαιων μου λέξεων.
Το σώμα μου, που ριγεί κάθε φορά που..
βυθίζεται στο προαιώνιο μπλε της θάλασσας που μας ενώνει ένα κομμάτι κρέας για σένα. Το βλέμμα μου το καθαρό που δε γνωρίζει δόλο σε γεμίζει αποστροφή. Είναι που είναι καθρέφτης και μέσα βλέπεις την αντανάκλαση της αισχρότητας που ετοιμάζεις ξανά.
Άκου Αγαμέμνων!
Ετοιμάζεσαι ξανά να με παντρέψεις με τα ανίερα δεσμά. Διάλεξες ξανά γαμπρό για μένα και με καλείς με υποσχέσεις και όρκους να τον συναντήσω να δεθώ μαζί του για το καλό το δικό σου και του σιναφιού σου. Δεκαετίες τώρα με πουλάς και με ακρωτηριάζεις Αγαμέμνων.
Πρώτα αρνήθηκες να αγκαλιάσεις τα παιδικά μου σκιρτήματα τον Οκτώβρη του 31. Ήμουν πολύ ατίθαση είπες. Ύστερα αρνήθηκες να παραλάβεις τις δέλτους που σου ετοίμασα με τις υπογραφές όλων μας που πεθαίναμε για να γίνουμε ένα μαζί σου. Ακόμη κι όταν πήρα μιαν ανηφοριά και πήρα μονοπάτια σκότωνες τα δικά σου παιδιά που διαδήλωναν για μένα και τα αδέλφια μου.
Κι όταν κιότεψες Αγαμέμνων και άφησες μια δράκα φασίστες να διαφεντέψουν τη χώρα για εφτά χρόνια, πάλι εμένα θυσίασες. Το ονόμασες μεταπολίτευση και γιόρταζες την ώρα που εγώ έσταζα αίμα από τους φόνους και τους βιασμούς.
Κι ύστερα Αγαμέμνων θέλησες ξανά να με παντρέψεις. Έβαλες και το μισό μου σώμα ενέχυρο, διζωνικό ονόμασες το πανηγύρι τον Απρίλη του 2004. Χόρευες ζεϊμπεκιές πάνω στο σώμα μου. Τ' αδέλφια μου δε σ 'άφησαν. Ούτε εκεί ούτε εδώ.
Τώρα Αγαμέμνων ετοιμάζεσαι ξανά να με πουλήσεις. Δεν καταλαβαίνω γιατί τούτη σου η επιμονή να με παντρέψεις με το ζόρι. Το κέρδος σου δεν το βλέπω. Ίσως είναι η βαριά μου προφορά που σε αφήνει αδιάφορο. Ίσως είναι το δασύ τζ της αρκαδικής μου διαλέκτου. Κι ας γεμίζει το στόμα μου και το σύμπαν με τα ν του τέλους των πανάρχαιων μου λέξεων.
Ίσως είναι το σώμα μου, που ριγεί κάθε φορά που βυθίζεται στο προαιώνιο μπλε της θάλασσας που μας ενώνει. Εκείνο το κομμάτι κρέας για σένα που σου θυμίζει πώς ήταν το δικό σου παιδικό κάλλος που άφησες πίσω στο δρόμο για τον Αρταξέρξη.
Μπορεί να ναι το βλέμμα μου το καθαρό, που δε γνωρίζει δόλο, που σε γεμίζει αποστροφή. Είναι που είναι καθρέφτης και μέσα βλέπεις την αντανάκλαση της αισχρότητας που είσαι.
Ό,τι και να ναι Αγαμέμνων
"Την Ελλάδα αγαπώ αλλά κι εσένα
μ' έναν έρωτα μεγάλο αληθινό
τα γαλάζια σου τα μάτια τα θλιμμένα
τον καθάριο της θυμίζουν ουρανό." (1)
"Την Ελλάδα αγαπώ αλλά κι εσένα
μ' έναν έρωτα μεγάλο αληθινό
τα γαλάζια σου τα μάτια τα θλιμμένα
τον καθάριο της θυμίζουν ουρανό." (1)
Ίσως κάποτε Αγαμέμνων καταλάβεις πόσο αγαπώ την Ελλάδα και τον κάθε εσένα. Ίσως τότε αποκαταστήσεις τη φυσική τάξη των πραγμάτων στην οποία ο πατέρας ρίχνεται στη φωτιά για το παιδί του και δε ρίχνει το παιδί του στη φωτιά.
Ιφιγένεια εν Κύπρω
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου