Η Μέρκελ και το MEGA δεν θα σας το πουν ποτέ...
Η Ελλάδα, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει με επιτυχία τη μεγαλύτερη ίσως κρίση της ιστορίας της, χρειάζεται πλέον μία επαναστατική στρατηγική – με τη βοήθεια της οποίας να μπορέσει να αναδιαμορφώσει ολόκληρο το σύστημά της. Αυτή ήταν άλλωστε η ουσιαστική πρόθεση των Ελλήνων, όταν εξέλεξαν για πρώτη φορά μία αριστερή κυβέρνηση, χωρίς την παραμικρή εμπειρία – έχοντας την ελπίδα πως θα κατάφερνε να αλλάξει εντελώς τα, από χρόνια τώρα, «κακώς κείμενα» στη χώρα τους.
Στα πλαίσια αυτά, ίσως βοηθήσει η πορεία ενός άλλου πρώην προβληματικού κράτους, της Ισλανδίας η οποία, στηριζόμενη στην παράδοση της άμεσης δημοκρατίας που αναβίωσε μετά το ξέσπασμα της κρίσης, ακολούθησε μία εντελώς διαφορετική στρατηγική – μέχρι σήμερα με μεγάλη επιτυχία, αν και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον.
Έχοντας ήδη αναφερθεί στην κρίση της χώρας (ανάλυση), καθώς επίσης στην απόφαση της υιοθέτησης της άμεσης δημοκρατίας εκ μέρους της, η οποία θορύβησε σε μεγάλο βαθμό το διεθνές τοκογλυφικό κεφάλαιο (άρθρο), θα δώσουμε μια εικόνα της σημερινής της κατάστασης – μετά από μία περιληπτική ιστορική αναδρομή. Ειδικότερα τα εξής:
Ο πρώην πρωθυπουργός της Ισλανδίας των 239.000 κατοίκων (D. Oddsson), το 2001, ενθουσιασμένος από τις ιδέες της νεοφιλελεύθερης σχολής του Σικάγο (M. Friedman), υιοθέτησε τα βασικά της στοιχεία – μειώνοντας το φόρο εισοδήματος στο 18%, καταργώντας εντελώς το φόρο περιουσίας και ιδιωτικοποιώντας το τραπεζικό σύστημα.
Εκτός αυτού, συνέδεσε τη χώρα του με την ΕΕ, μέσω μίας συμφωνίας ελευθέρου εμπορίου, δημιούργησε στενές σχέσεις με τις τότε κυβερνήσεις των Η.Π.Α. και λάμβανε μέρος στις συναντήσεις της λέσχης Bilderberg – θεωρώντας τον εαυτό του μέλος της διεθνούς ελίτ.
Στη συνέχεια, έγινε διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Ισλανδίας (2005), προωθώντας τη μεγαλομανία των τριών ιδιωτικών τραπεζών της, οι οποίες ήθελαν να μετατρέψουν τη μικρή χώρα σε ένα παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κέντρο – τυπώνοντας παράλληλα χρήματα με συνεχώς αυξανόμενο ρυθμό και πλημυρίζοντας την οικονομία με ρευστότητα. Όλα αυτά έως το 2009 όπου, ως αποτέλεσμα της μεγαλύτερης χρηματοπιστωτικής κρίσης που βίωσε η χώρα του στην ιστορία της, «καθαιρέθηκε» από το κοινοβούλιο.
Αναλυτικότερα στο ξεκίνημα της κρίσης, ως αποτέλεσμα της χρεοκοπίας της Lehman Brothers, οι τρεις μεγάλες τράπεζες συνολικά είχαν περιουσιακά στοιχεία ίσα με έντεκα φορές το ΑΕΠ της χώρας τους – εξωτερικά χρέη δε ύψους άνω των 50 δις $, απέναντι σε ένα ΑΕΠ της τάξης των 20 δις $ το 2008 (περί τα 15 δις $ σήμερα).
Η κατακόρυφη ανάπτυξη τους είχε στηριχθεί στο δανεισμό τους από τη διατραπεζική αγορά, κυρίως από τις βρετανικές και τις ολλανδικές τράπεζες – οι οποίες τελικά υποχρεώθηκαν να εγγράψουν μεγάλες ζημίες, όταν η Ισλανδοί αρνήθηκαν να διασώσουν τις τράπεζες τους, όπως δυστυχώς οι Ιρλανδοί, μη αναλαμβάνοντας τα χρέη τους.
Η ολοκληρωτική κατάρρευση των τραπεζών της Ισλανδίας (γράφημα), θεωρήθηκε ως το μεγαλύτερο κραχ που έχει βιώσει ποτέ μία χώρα, συγκριτικά με το ΑΕΠ της – ενώ, σε αντίθεση με την Ιρλανδία, με την Ελλάδα, με τις Η.Π.Α. και με τις υπόλοιπες χώρες, το κοινοβούλιο της Ισλανδίας απέρριψε την παροχή κρατικών εγγυήσεων, για τη διάσωση των τραπεζών.
Συνεχίζοντας, αντί να δοθούν κρατικές εγγυήσεις, οι τράπεζες κρατικοποιήθηκαν, με τη δημιουργία ενός μοντέλου «καλής και κακής τράπεζας» - κατά το παράδειγμα της Σουηδίας το 1992, για την αντιμετώπιση της κρίσης των τραπεζών της (Securum).
Όλα τα περιουσιακά στοιχεία των τριών χρεοκοπημένων τραπεζών μεταφέρθηκαν στις καινούργιες, οι οποίες ανήκαν πλέον στο κράτος - ενώ όλες οι υποχρεώσεις τους στο εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων των θυγατρικών τους στη Βρετανία και στην Ολλανδία, τέθηκαν σε εκκαθάριση, υπό την εποπτεία ενός συνδίκου πτώχευσης.
Οι βρετανικές και οι ολλανδικές τράπεζες, καθώς επίσης οι κυβερνήσεις των χωρών τους, διαμαρτυρήθηκαν έντονα, απειλώντας να αποκλείσουν την Ισλανδία από τις παγκόσμιες χρηματαγορές - με αποτέλεσμα η νέα κυβέρνηση της χώρας να επιβάλλει ελέγχους στην ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων (περιορισμούς αναλήψεων, απαγόρευση εμβασμάτων στο εξωτερικό κλπ.).
Περαιτέρω, το κοινοβούλιο δημιούργησε την ανεξάρτητη Αρχή, το νέο Θεσμό καλύτερα ενός ειδικού εισαγγελέα, ο οποίος ανέλαβε να ερευνήσει τις κατηγορίες για απάτη – όσον αφορά την κυβέρνηση που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία, καθώς επίσης τις διοικήσεις των τραπεζών.
Έπραξε λοιπόν κάτι εντελώς διαφορετικό, από αυτό που βιώνουμε σήμερα στην Ελλάδα, από την ειδική επιτροπή της Βουλής για τη διερεύνηση των αιτίων που οδήγησαν την πατρίδα μας στην καταστροφή – η οποία δεν έχει ούτε την εξειδίκευση για να το κάνει, ούτε την απαιτούμενη ανεξαρτησία, οπότε μάλλον δεν πρόκειται να οδηγηθούμε σε σοβαρά συμπεράσματα.
Συνεχίζοντας, οι υπεύθυνοι της ισλανδικής τραγωδίας οδηγήθηκαν στη φυλακή – μεταξύ των οποίων ο γενικός γραμματέας του υπουργείου οικονομικών, καθώς επίσης οι πρόεδροι δύο τραπεζών, ενώ ασκήθηκε δίωξη εναντίον του πρώην πρωθυπουργού.
Η κυβέρνηση της χώρας τώρα, αντί να εκλιπαρεί διεθνώς για βοήθεια, όπως η ελληνική, εξευτελιζόμενη εις βάρος της εθνικής αξιοπρέπειας των Ελλήνων, αποφάσισε να επικεντρωθεί στην ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης οικονομίας της – δανειζόμενη μεν υποχρεωτικά από το ΔΝΤ, αλλά εφαρμόζοντας μία εντελώς διαφορετική πολιτική, από αυτήν που επιβάλλει η γερμανική Τρόικα στην Ελλάδα.
Κατάφερε δε τελικά να αντιστρέψει το εξαιρετικά αρνητικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της (γράφημα), το οποίο ήταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση από αυτό της Ελλάδας (διπλάσια αρνητικό), καθώς επίσης να περιορίσει την ανεργία στο καταπληκτικό 3,9% – όταν η κατάσταση στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα, επίσης στην Ισπανία, είναι εκτός ελέγχου.
Ολοκληρώνοντας, η αναφορά του ΔΝΤ για την Ισλανδία ήταν εξαιρετικά θετική (πηγή), αφού κατάφερε να αποπληρώσει πρόωρα ένα μεγάλο μέρος των δανείων της – όταν η Ελλάδα είναι αδύνατον ποτέ να τα καταφέρει, εφαρμόζοντας μία πολιτική που οδήγησε το ΑΕΠ της στο ναδίρ, καθώς επίσης τα χρέη της στο ζενίθ (ανάλυση).
Ενώ στην Ελλάδα βιώνουμε ένα πραγματικό δράμα, μία τραγωδία άνευ προηγουμένου στην πολιτική, με το επίπεδο της να καταβαραθρώνεται, η Ισλανδία, υιοθετώντας την άμεση δημοκρατία, χαράσσει το δρόμο του μέλλοντος - την απεξάρτηση της από το τοκογλυφικό κεφάλαιο, το οποίο απομυζεί τον πλανήτη.
Η δραματικότερη, αλλά και η πλέον ευχάριστη εξέλιξη της χρηματοπιστωτικής κρίσης της, η οποία ήταν κατά πολύ πιο επώδυνη από την ελληνική κρίση δημοσίου χρέους, είναι χωρίς καμία αμφιβολία η πρόταση του σημερινού πρωθυπουργού της – ο οποίος θέλει να αλλάξει τον τρόπο της δημιουργίας χρήματος στην πατρίδα του.
Πρόκειται για την πρώτη χώρα στον πλανήτη που σχεδιάζει ένα τόσο θαρραλέο μέτρο - αν και η Ελβετία, η δεύτερη χώρα που έχει ως πολίτευμα την άμεση δημοκρατία, ευρίσκεται επίσης πολύ κοντά, κρίνοντας από την «πρωτοβουλία για την εισαγωγή του πλήρους χρήματος» (Sovereign Money System), την οποία έχουν ξεκινήσει οι Πολίτες της.
Ειδικότερα, ο πρωθυπουργός της Ισλανδίας έδωσε την εντολή για τη διεξαγωγή μίας μελέτης, με σκοπό την εξέταση του τρόπου, με τον οποίο η δημιουργία χρήματος από το πουθενά εκ μέρους των εμπορικών τραπεζών, προκάλεσε την οικονομική αστάθεια της χώρας του - ένα σοβαρό θέμα που θεωρείται όμως ταμπού για το τοκογλυφικό σύστημα της εποχής μας (ανάλυση).
Πρόκειται για το πλέον κρυφό μυστικό των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, από την εποχή που εισήχθη, λόγω της χρεοκοπίας της τράπεζας συναλλαγών του Άμστερνταμ, στα τέλη του 17ου αιώνα, η συστηματική απάτη της παροχής δανείων: το σύστημα των ελάχιστων εγγυητικών κεφαλαίων.
Ουσιαστικά σημαίνει πως μία τράπεζα μπορεί να εγκρίνει δάνεια πολλαπλάσια των κεφαλαίων της – με αποτέλεσμα, όταν δημιουργηθεί μία κρίση εμπιστοσύνης στην αγορά, να ακολουθούν τραπεζικές επιθέσεις (bank runs), οπότε να χρεοκοπεί η τράπεζα αφού δεν έχει στα ταμεία της τις καταθέσεις των πελατών της.
Στο τέλος της μελέτης που παραδόθηκε στον πρωθυπουργό της Ισλανδίας, εξετάσθηκε αναλυτικά η σχέση της παροχής δανείων εκ μέρους των τραπεζών, με το μέγεθος της κρίσης (πηγή) – καταλήγοντας στο συμπέρασμα, σύμφωνα με το οποίο το σύστημα των ελάχιστων εγγυητικών κεφαλαίων ήταν υπεύθυνο για μία σειρά κρίσεων, στις οποίες βυθίστηκε κατά καιρούς η Ισλανδία.
Μεταξύ αυτών για τον υπερπληθωρισμό της δεκαετίας του 1980, για το χρόνιο πληθωρισμό, για την υποτίμηση της κορώνας, για τα πολύ υψηλά επιτόκια, για την απώλεια των εσόδων της κυβέρνησης από τη δημιουργία χρημάτων, για τα αυξημένα χρέη του δημόσιου, καθώς επίσης του ιδιωτικού τομέα κοκ.
Η μελέτη περιγράφει αναλυτικά τα στάδια όλων των τραπεζικών κρίσεων από το 1790 και μετά, όπου η τράπεζα του Άμστερνταμ χρεοκόπησε από την τραπεζική επίθεση που συνέβη. Σύμφωνα με αυτήν τα εξής:
«Τα χρήματα στα ταμεία μίας τράπεζας (μετρητά), καθώς επίσης οι εγγυήσεις της στην κεντρική (και τα δύο περιουσιακά στοιχεία της τράπεζας) είναι, σε σύγκριση με τις συνολικές καταθέσεις της (τις υποχρεώσεις της τράπεζας), πάρα πολύ χαμηλά. Επομένως μία οποιαδήποτε φήμη, σύμφωνα με την οποία η τράπεζα αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες, οδηγεί τους πελάτες της σε ενέργειες πανικού – όπου προσπαθούν να αποσύρουν μαζικά τις καταθέσεις τους (bank runs).
Μία επίθεση αυτού του είδους εναντίον της τράπεζας, την υποχρεώνει να πουλήσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα τα περιουσιακά στοιχεία της, για να μπορέσει να ανταπεξέλθει με τις αναλήψεις των πελατών της. Μία τέτοια όμως ξαφνική αύξηση της προσφοράς περιουσιακών στοιχείων, μπορεί να οδηγήσει στη ραγδαία πτώση των τιμών τους – η οποία φέρνει σε δύσκολη θέση τις υπόλοιπες τράπεζες, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα».
Για να αποφευχθούν τα παραπάνω απαιτείται, σύμφωνα με τη μελέτη, μία επαναστατική αλλαγή στο χρηματοπιστωτικό σύστημα – ένας διαφορετικός τρόπος παροχής δανείων, με βάση τον οποίο να μπορεί να ελέγχεται η ακόρεστη απληστία των ιδιωτικών τραπεζών.
Επομένως, ένα σύστημα «πλήρους χρήματος», όπου μόνο η κεντρική τράπεζα θα μπορεί να δημιουργεί χρήματα από το πουθενά, οποιασδήποτε μορφής – ενώ θα πρέπει να είναι στην ιδιοκτησία του κράτους κατά 100% (στο ελληνικό δημόσιο ανήκει λιγότερο από το 9% των μετοχών της Τράπεζας της Ελλάδας).
Αντίθετα, οι εμπορικές τράπεζες δεν θα μπορούν να δανείζουν άνω του 100% των καταθέσεων τους – οπότε δεν θα έχουν τη δυνατότητα να παράγουν χρήματα (σήμερα για να δώσουν 100 € δάνειο, υποχρεώνονται σε εγγύηση 1% στην ΕΚΤ – οπότε το 99% είναι αέρας, χρήματα από το πουθενά).
Για να μπορέσει μία χώρα να σταθεί πραγματικά στα πόδια της, πρέπει να σταματήσει να εξαρτάται από το παγκόσμιο τοκογλυφικό σύστημα – υιοθετώντας το πλήρες χρήμα και εθνικοποιώντας, πριν από κάθε τι άλλο, την κεντρική της τράπεζα, η οποία πρέπει να έχει τον απόλυτο έλεγχο της δημιουργίας χρημάτων από το πουθενά.
Διαφορετικά είναι έρμαιο της παγκόσμιας ελίτ και των ισχυρών κρατών του πλανήτη, τα οποία την απομυζούν κυριολεκτικά – συνήθως με τη βοήθεια των οικονομικών κρίσεων, με το χρηματισμό της πολιτικής της ηγεσίας κοκ. Στα πλαίσια αυτά, στο επόμενο κείμενο μας θα ασχοληθούμε με αυτό ακριβώς το θέμα – έτσι όπως εξελίσσεται στις δύο χώρες που έχουν υιοθετήσει την άμεση δημοκρατία: στην Ισλανδία και στην Ελβετία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου