Όλα για τις τράπεζες λοιπόν……
Αυτό που με ανάγκασε να προχωρήσω στη σύνταξη του παρόντος με τη μορφή ανοικτής επιστολής προς κάθε ενδιαφερόμενο είναι η αγανάκτηση που έχω αισθανθεί τα τελευταία δυόμιση χρόνια όταν ακούω και διαβάζω για τις αιτίες που οδήγησαν την πατρίδα μας στη σημερινή κατάσταση και τις λύσεις που πιθανόν θα οδηγήσουν στη διέξοδο από αυτή. Κατά τη γνώμη μου – σε καμιά περίπτωση δεν διεκδικώ το αλάθητο του Πάπα ή παντογνωσία – η πλειοψηφία των πολιτικών, αναλυτών, δημοσιογράφων και λοιπών που ασχολήθηκαν με το θέμα, στην καλύτερη περίπτωση προσέγγισαν εντελώς κοντόφθαλμα και μονοδιάστατα το θέμα ενώ η συνήθης προσέγγιση φανέρωνε άγνοια ή ακόμα χειρότερα πρόθεση για διαστρέβλωση των γεγονότων και της πραγματικότητας. Με λυπεί βαθύτατα το γεγονός ότι εκλεγμένοι εκπρόσωποι στην εθνοσυνέλευση είναι τόσο αδαείς σχετικά με το θέμα της ελληνικής κρίσης αλλά ταυτόχρονα και τόσο θρασείς στη διατύπωση απόψεων και στην πρόταση «λύσεων» ή στο να θέτουν εκβιαστικά διλλήματα κάθε φορά που είναι να ληφθούν νέα μέτρα προκειμένου να εκταμιευθεί η επόμενη δόση. Από την άλλη πιστεύω ότι μια μικρή μειοψηφία γνωρίζει καλά τις αιτίες που μας οδήγησαν εδώ αλλά και τις λύσεις που
υπάρχουν, όμως έως σήμερα δεν έχουν μπει στον κόπο να εκθέσουν δημόσια όλα τα παραπάνω. Θα προσπαθήσω λοιπόν να εκθέσω με όσο το δυνατόν απλή και κατανοητή γλώσσα τις – κατ’ εμέ – αιτίες της κρίσης αλλά και τη λύση που θα μπορούσε να μας βγάλει από το σημερινό αδιέξοδο.
Ξεκινώντας λοιπόν, θα ήθελα να δηλώσω κατηγορηματικά ότι δεν έχω κανένα σκοπό να υπερασπιστώ την πραγματικότητα των 3 δεκαετιών που προηγήθηκαν του σήμερα. Δεν είμαι υπέρ του σοβιετικού τύπου κρατισμού ούτε υπέρ του πασοκικού μοντέλου κράτους που ανδρώθηκε τη δεκαετία του ’80, εξελίχθηκε την επόμενη δεκαετία και μεταλλάχθηκε στις αρχές τις νέας χιλιετίας, όταν οι γαλάζιοι του Κωστάκη Καραμανλή θεώρησαν ότι ο μόνος τρόπος να εξασφαλίσουν την εξουσία ήταν η μίμηση των πρακτικών και των μεθόδων που ακολούθησε το αντίπαλο στρατόπεδο. Καταδικάζω λοιπόν εξ αρχής την κομματοκρατία που επικράτησε στο δημόσιο τομέα τα τελευταία 30 χρόνια, τη διαφθορά και την ατιμωρησία που τη συνόδεψε και τα κακά που προξένησαν στον τόπο μας. Και για να μη νομίσει κανείς ότι η αριστερά είναι άμοιρη ευθυνών, να θυμίσω ότι ναι μεν τα ρουσφέτια στο στενό δημόσιο τομέα ή στις ΔΕΚΟ γινόντουσαν κυρίως για τα γαλαζοπράσινα παιδιά, ανάλογα με την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά ένα άλλο μεγάλο πάρτι, φαγοπότι και κραιπάλη με τα όλα της είχε στηθεί στην λεγόμενη τοπική αυτοδιοίκηση στην οποία η συμμετοχή της αριστεράς (ΚΚΕ και λοιπόν «δημοκρατικών» δυνάμεων) δεν ήταν διόλου ευκαταφρόνητη. Θυμίζω απλά ότι βάσει του εκλογικού νόμου, η εκλογή των τοπικών αρχόντων απαιτούσε απόλυτη πλειοψηφία και στις περισσότερες των περιπτώσεων αυτή επιτυγχάνονταν με τη σύμπραξη στο β’ γύρο των πράσινων και των κοκκινοροζουλιών υποψηφίων, με αντάλλαγμα τη δυνατότητα διορισμών από πλευράς των αριστερών στους δήμους και στις εξαρτώμενες επιχειρήσεις. Αυτά, προκειμένου να μην εμφανίζεται η αριστερά ως λευκή παρθένα που δεν είχε καμιά συμμετοχή στην καταστροφή της πατρίδας μας.
Πάμε πλέον να δούμε κάποια γεγονότα που προηγήθηκαν της κρίσης. Η Ελλάς έως το 2001 είχε εθνικό νόμισμα. Ασκούσε τη δική της πολιτική προκειμένου να ισοσκελίσει το ισοζύγιο συναλλαγών της (εισροές και εκροές συναλλάγματος) με διολίσθηση ή και υποτίμηση ή ακόμα και με την εκτύπωση νέου (πληθωριστικού) χρήματος. Τα ελληνικά πανεπιστήμια δίδασκαν στους πρωτοετείς φοιτητές ότι η Ελλάς ήταν πάντα ελλειμματική στις διεθνείς συναλλαγές της αλλά οι λεγόμενοι άδηλοι πόροι (ναυτιλιακό συνάλλαγμα και εμβάσματα μεταναστών) έσωζαν την κατάσταση. Τότε η χώρα δεν είχε πρόσβαση (ή τουλάχιστον αυτή ήταν περιορισμένη) στις διεθνείς χρηματαγορές και το όποιο χρέος ήταν κατά κύριο λόγο εσωτερικό, το κράτος εξέδιδε ΕΓΕΔ ή ΟΕΔ ή άλλου είδους τίτλους (θυμάστε άραγε τα ομόλογα ΕΤΒΑ;) και αυτά αγοράζονταν από ελληνικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το τραπεζικό σύστημα ήταν κάτω από αυστηρό έλεγχο. Αν και δεν υπήρχαν σε τόσο εξελιγμένη μορφή εργαλεία όπως ο λευκός τειρεσίας, υπήρχε ένα πλαίσιο που όλες οι τράπεζες ακολουθούσαν σε γενικές γραμμές και η πιστωτική επέκταση ήταν ελεγχόμενη. Θα θυμάστε σίγουρα ότι υπήρχε όριο καταναλωτικών δανείων 8 εκατ. Δρχ ανά φυσικό πρόσωπο και μάλιστα η διαδικασία χορήγησης αυτού του ποσού (σημερινά 25.000 € περίπου) ήταν συγκεκριμένη και πολύ αυστηρή. Ο δανειολήπτης όφειλε να προσκομίσει προτιμολόγια αγοράς αγαθών (αυτοκίνητο, έπιπλα, ηλεκτρικές συσκευές κτλ), το δάνειο χορηγούνταν σε δίγραμμη τραπεζική επιταγή στο όνομα του προμηθευτή και εντός μερικών ημερών ο δανειολήπτης ήταν υποχρεωμένος να προσκομίσει τα κανονικά τιμολόγια τα οποία η τράπεζα σφράγιζε με την ένδειξη «χρηματοδοτήθηκε από την …… τράπεζα», προκειμένου να μη μπει σε πειρασμό ο δανειολήπτης να χρηματοδοτηθεί τα ίδια τιμολόγια από περισσότερα του ενός ιδρύματα. Η τράπεζα τηρούσε φωτοαντίγραφα των σφραγισμένων τιμολογίων στο φάκελο του δανείου προκειμένου να τα εμφανίσει σε περίπτωση ελέγχου από την ΤτΕ. Οι ποινές σε περίπτωση παραβίασης της διαδικασίας ήταν αυστηρές ενώ πελάτης που δεν προσκόμιζε εγκαίρως τιμολόγια αντιμετώπιζε την άμεση καταγγελία του δανείου του και την υποχρεωτική επιστροφή του. Πιστωτικές κάρτες δεν υπήρχαν σε μεγάλη έκταση ενώ τα επιτόκια ήταν απαγορευτικά (30% και πλέον). Στα στεγαστικά δάνεια υπήρχε η αυστηρή αρχή του 70-30 ως ποσοστά συμμετοχής τράπεζας – πελάτη ενώ σε όλα τα επιχειρηματικά δάνεια υπήρχε ο λεγόμενος σκοπός του δανεισμού. Οι τράπεζες χρηματοδοτούσαν πάγιες εγκαταστάσεις ή μηχανολογικό εξοπλισμό, προεξοφλούσαν βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις (μεταχρονολογημένες επιταγές ή συναλλαγματικές) και ίσως έδιναν και ένα μικρό ποσό ως «κεφάλαιο κίνησης». Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι χορηγήσεις καλύπτονταν είτε από προσημειώσεις υποθήκης είτε από ενεχυρίαση απαιτήσεων και εμπορευμάτων. Ανοικτά χρήματα σπάνια δίδονταν, οι επιχειρήσεις που ετύγχαναν τέτοιας χρηματοδότησης ήταν ελάχιστες, κυρίως εισηγμένες στο ΧΑΑ και ο δανεισμός αυτού του είδους λέγονταν Balance sheet lending, δανεισμός βάσει θεμελιωδών μεγεθών.
Πριν προχωρήσουμε καλό θα ήταν να υπενθυμίσουμε ένα γεγονός το οποίο σημάδεψε την ελληνική κοινωνία όσο λίγα και κατά τη γνώμη μου δεν έχει τύχει της πρέπουσας σημασίας από τους αναλυτές τις κρίσης. Αναφέρομαι στο σκάνδαλο του ΧΑΑ και κυρίως στην περίοδο 1999-2000. Όσοι θυμούνται τα αίσχη τα οποία είχαν λάβει χώρα και οδήγησαν στη μεγαλύτερη αναδιανομή πλούτου εις βάρος των πολλών και υπέρ μερικών δεκάδων οικογενειών θα πρέπει να κουνούν το κεφάλι τους και να απορούν για το πόσο βραχεία είναι η μνήμη του ελληνικού λαού. Απλά να υπενθυμίσω ότι στα πλαίσια ενίσχυσης της κεφαλαιαγοράς η τότε κυβέρνηση και ο αρμόδιος υπουργός ( αν θυμάμαι καλά ο Γ. Παπαντωνίου) είχαν θεσπίσει τη δυνατότητα επένδυσης κεφαλαίων στο ΧΑΑ χωρίς να ερευνάται το πόθεν έσχες. Σε απλά ελληνικά, ο κάθε λαθρέμπορος όπλων ή ναρκωτικών, ο κάθε δουλέμπορος ή έστω φοροφυγάς μέσα από απλές συναλλαγές στο ΧΑΑ μπορούσε να ξεπλύνει τις αμαρτίες του. Το αποτέλεσμα ήταν να στεγνώσει κυριολεκτικά η αγορά από μετρητό και να χαθούν τεράστια ποσά από τη μέση ελληνική οικογένεια.
Φτάνουμε λοιπόν στο 2002 με το ευρώ πλέον μέρος της καθημερινότητάς μας. Πήρε αρκετό καιρό μέχρι να βγάλουμε από το μυαλό μας τη δραχμή και να μετατρέπουμε ασυνείδητα κάθε τιμή στο πρώην εθνικό μας νόμισμα. Στο μεταξύ οι στρογγυλοποιήσεις ήταν πάντα προς τα πάνω και ο πληθωρισμός όλο και τσίμπαγε. Όμως ως μέλη της ευρωζώνης είχαμε πια και κάποια “πλεονεκτήματα” τα οποία φάνταζαν ως η λύση όλων μας των προβλημάτων. Το Ελληνικό δημόσιο είχε πλέον πρόσβαση σε όλες τις διεθνείς χρηματαγορές και όχι μόνο μπορούσε να δανειστεί εύκολα από το εξωτερικό αλλά το κόστος δανεισμού ήταν ελάχιστα μεγαλύτερο από αυτό της Γερμανίας (υπενθυμίζεται ότι μέχρι τα τέλη του 2009 το spread των ελληνικών ομολόγων ήταν στο 130, τουτέστιν η Ελλάς δανείζονταν με κόστος 1,30% περισσότερο από ότι η Γερμανία!). Τα οφέλη όμως της ευρωζώνης δεν περιορίζονταν στο ελληνικό κράτος. Και οι ελληνικές τράπεζες είχαν πλέον αντίστοιχες δυνατότητες. Χαρακτηρισμένες ως ΑΑΑ από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, οι ελληνικές τράπεζες μπορούσαν να τραβήξουν ρευστό από τη διατραπεζική αγορά (δηλ. από άλλες τράπεζες που είχαν περίσσευμα ρευστότητας) εύκολα και γρήγορα και με χαμηλό κόστος. Συγχρόνως, επειδή οι όποιοι περιορισμοί ήταν αντίθετοι στο κοινοτικό δίκαιο, “αναχρονιστικοί” κανόνες όπως οι περιορισμοί στην καταναλωτική πίστη καταργήθηκαν ενώ παράλληλα ένας νέου είδους σκοπός δανεισμού καθιερώθηκε. Το λεγόμενο επενδυτικό δάνειο. Εξηγούμαι: και με το προηγούμενο καθεστώς γινόντουσαν παρατυπίες (πάντως όχι σε μεγάλη έκταση), όμως πλέον όλα ήταν “νόμιμα”. Και κάπου εδώ αρχίζει το κακό. Μέχρι το 2001 οι τράπεζες αγόραζαν χρήμα από τους καταθέτες και το πωλούσαν στους δανειολήπτες. Η θεμιτή σχέση χορηγήσεων προς καταθέσεις ήταν περίπου στο 85%. Δηλαδή για κάθε 100 δραχμές που είχε σε καταθέσεις μια τράπεζα διατηρούσε αντίστοιχο δανειακό χαρτοφυλάκιο ύψους 85 δραχμών. Τις υπόλοιπες 15 δρχ συνήθως τις τοποθετούσε σε τίτλους ελληνικού δημοσίου και ένα μικρό μέρος το διατηρούσε σε ρευστά διαθέσιμα. Σημειώνεται ότι ένα μικρό ποσοστό των καταθέσεων (περίπου 2%) ήταν υποχρεωτικά εκχωρητέο στην ΤτΕ αλλά αυτή η λεπτομέρεια δεν αλλάζει ουσιαστικά την ανάλυση. Αν για κάποιον λόγο είχε προσωρινά ρευστοτικά προβλήματα, είτε κατέφευγε στη χρήση των κεφαλαίων της ΤτΕ είτε πωλούσε τίτλους του Ελληνικού δημοσίου, πάλι στην ΤτΕ έως ότου αποκατασταθεί η ρευστότητα. Εννοείται ότι αν κάτι συνέβαινε και υπήρχε μια μαζική ανάληψη των καταθέσεων σε ποσοστό πάνω από 5-6%, η όποια τράπεζα βρίσκονταν αντιμέτωπη με το φάσμα της χρεοκοπίας. Αυτό συνέβη με την Τράπεζα Κρήτης το 1988 οπότε και προκειμένου να σωθεί από την τότε κυβέρνηση, διατάχθηκαν οι διοικήσεις των ΔΕΚΟ να τοποθετήσουν όλα τους τα ρευστά διαθέσιμα σε αυτή. Όλα τα πιο πάνω βέβαια άλλαξαν από το 2002 και μετά.
Για να δούμε λοιπόν πως διαμορφώθηκε πλέον το σκηνικό εντός του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να τραβούν ρευστότητα από τη διατραπεζική αγορά εύκολα και με μικρό σχετικά κόστος. Η τραπεζική πίστη έχει ουσιαστικά απελευθερωθεί και η χορήγηση οποιασδήποτε μορφής τραπεζικού δανείου επαφίεται στην κρίση του κάθε ιδρύματος και στην πολιτική που ακολουθεί η διοίκησή του. Το ελληνικό κράτος είναι χαρακτηρισμένο ως ΑΑΑ και τα ομόλογά του γίνονται αποδεκτά για προεξόφληση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) σε ποσοστό 100%. Η αγορά που έχει στεγνώσει από ρευστό λόγω του ΧΑΑ ξαναζωντανεύει μέσω της μαζικής χορήγησης τραπεζικών δανείων κάθε είδους. Είναι η εποχές που οι τράπεζες σου στέλνουν στο σπίτι προεγκεκριμένες κάρτες και δάνεια, που χρηματοδοτούν το 100% της αξίας αγοράς του σπιτιού σου, που σου εγκρίνουν επιπλέον και 20.000 για να το επιπλώσεις και σου μεταφέρουν το υπόλοιπο των πιστωτικών καρτών άλλων τραπεζών με μηδενικό επιτόκιο. Οι καλύτεροι πελάτες των τραπεζών είναι οι καλοπληρωμένοι πλέον δημόσιοι υπάλληλοι. Στην επιχειρηματική πίστη τα πράγματα είναι χειρότερα. Τα στελέχη των τραπεζών σφάζονται στα πόδια όχι μόνο των εισηγμένων εταιριών αλλά και σε επιχειρήσεις οι οποίες χωρίς προσημείωση μέχρι και μερικά χρόνια πίσω δεν έβλεπαν δραχμή. Τα spread πάνω από το euribor πλησιάζουν τη μονάδα ή και να είναι κάτω από αυτή. Μιλάμε ουσιαστικά για άτοκα δάνεια καθώς οι τράπεζες αναλώνονται στη μάχη της κατάκτησης μεριδίων αγοράς. Οι επιχειρηματίες μιλάνε μόνο για ανοικτά χρήματα ενώ αρνούνται να δώσουν και τις προσωπικές τους εγγυήσεις. Οι θυγατρικές Leasing κάνουν χρυσές δουλειές αποφεύγοντας νομοτύπως περιορισμούς στη χρηματοδότηση οχημάτων κάθε μορφής. Οι εκτιμητές δελεάζονται να τσιμπήσουν λίγο την αξία των ακινήτων που θα χρηματοδοτηθούν προκειμένου το δάνειο να εκταμιευθεί στα σίγουρα και πιο γρήγορα. Άλλωστε διαχρονικά στην Ελλάδα κανείς δεν έχασε από τα ακίνητα, και η σημερινή τσιμπημένη αξία θα είναι υποεκτιμημένη σε 2 χρόνια το πολύ.
Οι τράπεζες προχωρούν ακόμα παραπέρα. Ιδρύουν IBUs, International Business Units και Private Banking Sectors και συμβουλεύουν τους πελάτες τους πως μπορούν να μειώσουν νόμιμα τις φορολογικές τους υποχρεώσεις μέσω της ίδρυσης off shore εταιριών. Επίσης οι εταιρίες αυτές έχουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτηθούν για αγορά μετοχών. Όλα όμως είναι νόμιμα. Επιπλέον αγοράζουν τίτλους του ελληνικού δημοσίου τους οποίους εκχωρούν στην ΕΚΤ και χρηματοδοτούνται στο 100% αυτών με επιτόκιο σημαντικά μικρότερο από αυτό που πληρώνει το ελληνικό δημόσιο. Για να γίνει κατανοητή αυτή η λεπτομέρεια, ας υποθέσουμε ότι το δημόσιο εκδίδει ένα ομόλογο με επιτόκιο 4,5%. Η Χ ελληνική τράπεζα αγοράζει 0,5 δις € από αυτή την έκδοση και ταυτόχρονα εκχωρεί αυτό το ομόλογο του μισού δις στην ΕΚΤ και χρηματοδοτείται με ….. μισό δις € έναντι επιτοκίου 3%. Έξυπνο, ε; Κερδίζει καθαρά 1,5% το χρόνο με αέρα κοπανιστό, γράφει δηλαδή κέρδη 7,5 εκατομμύρια € κέρδος από αυτή την απλή συναλλαγή. Το ίδιο ισχύει φυσικά και για τις ξένες τράπεζες. Αυτή η λεπτομέρεια είναι σημαντική και η σημασία της θα φανεί όταν αργότερα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε το πως κάποιες τράπεζες με 25 δις € καταθέσεων βρέθηκαν με 8-10 δις € ελληνικά ομόλογα.
Οι ισολογισμοί λοιπόν των ελληνικών τραπεζών εμφανίζουν σχέσεις χορηγήσεων προς καταθέσεις πλέον του 150%, για τις πιο επιθετικές εξ αυτών το ποσοστό φτάνει και το 170%. Οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου είναι σχετικά εύκολες. Αν και ο έλλην μικροεπενδυτής είναι ακόμα πληγωμένος από την περιπέτεια του 1999-2000 και απέχει από το ΧΑΑ (άλλωστε δεν του έχουν μείνει και πολλά χρήματα), οι ξένοι θεσμικοί αλωνίζουν. Κατέχουν περισσότερο από το 50% του κεφαλαίου των ελληνικών εισηγμένων και εμφανίζονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τις φιλοδοξίες των ελληνικών τραπεζών να γίνουν διεθνείς όμιλοι και να δώσουν τα φώτα του τραπεζικού πολιτισμού στην υπανάπτυκτη ανατολική Ευρώπη. Τα όποια σημάδια αδυναμίας πληρωμών δανείων δεν ανησυχούν κανένα. Οι όμιλοι βγάζουν κέρδη της τάξεως των 500 εκατομμυρίων €, μερικοί πλησιάζουν ή και ξεπερνούν το δις σε μια μόνο χρονιά. Απίστευτό, ε; Και όμως τα κέρδη αυτά υπήρχαν. Η αγορά πήγαινε με χίλια. Τα εμπορικά ακίνητα προς ενοικίαση απαιτούσαν δεκάδες χιλιάδες ευρώ σε αέρα αλλά όλοι το θεωρούσαν φυσιολογικό. Ο μέσος έλληνας ζούσε το όνειρο. Ήταν ευρωπαίος, είχε ευρώ στην τσέπη του, ταξίδευε στο εξωτερικό και ντύνονταν επώνυμα. Κάποιες χλιαρές συστάσεις μετά το 2006 από την πλευρά της ΤτΕ για τον περιορισμό των καταναλωτικών δανείων μάλλον άλλοθι ήταν για να δικαιολογηθεί ο εποπτικός της ρόλος.
Έτσι φτάσαμε στο 2008, λίγο μετά το καλοκαίρι. Η Leehman Brothers (LB) καταρρέει και ο κόσμος πλέον δεν θα είναι ποτέ πια ο ίδιος. Το τραπεζικό σύστημα βασίζεται στην πίστη, ότι τα εμπλεκόμενα μέρη θα τηρήσουν τα συμφωνηθέντα. Αυτή η πίστη όμως από το Σεπτέμβρη του 2008 παύει να υπάρχει. Οι ντόπιοι φωστήρες αδυνατούν να συλλάβουν την πραγματικότητα και αναλώνονται σε κορώνες περί ισχυρής οικονομίας και θωρακισμένου τραπεζικού συστήματος επειδή δεν υπάρχουν τοξικά ομόλογα στην Ελλάδα. Αγνοούν σκανδαλωδώς όμως ότι τα έσοδα του κράτους (τακτικά με τη μορφή φόρων και εισφορών αλλά και έκτακτα με τη μορφή δανεισμού μέσω ΟΕΔ) είναι άμεσα συνδεδεμένα με το τραπεζικό σύστημα. Οι τράπεζες με τη μορφή δανείων χρηματοδοτούν την αγορά ώστε αυτή να τζιράρει και να αποδίδει φόρους. Οι τράπεζες (εγχώριες και αλλοδαπές) είναι αυτές που κυρίως χρηματοδοτούν τα ελλείμματα. Το παραδοσιακά ελλειμματικό ελληνικό ισοζύγιο έχει γίνει ακόμα πιο ελλειμματικό. Οι εισαγωγές έχουν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο, έλληνες ναυτικοί δεν υπάρχουν πια (δύσκολο επάγγελμα, καλύτερα να περιμένω το διορισμό μου στο πλούσιο ελληνικό δημόσιο ή να ζω με το χαρτζιλίκι των γονιών μου ως χλιδάνεργος) και η ροή των εμβασμάτων από μετανάστες έχει πλέον αντιστραφεί. Η διαφορά καλύπτεται συστηματικά μέσω δανειακών κεφαλαίων από το εξωτερικό, μέσω του κράτους ή των τραπεζών. Η φούσκα έχει πια σπάσει και έχει αρχίσει η πτώση. Οι ελληνικές τράπεζες δεν είναι ούτε αυτές σε θέση να καταλάβουν τι έχει γίνει. Βλέπουν ότι οι γραμμές χρηματοδότησης στη διατραπεζική έχουν αρχίσει να κλείνουν και αντιδρούν δίνοντας υπερβολικά υψηλά καταθετικά επιτόκια προς το τέλος του έτους ενώ πιέζουν την κυβέρνηση να τις στηρίξει. Τι υποκρισία. Οι θιασώτες της ελεύθερης αγοράς τρέχουν σα δαρμένα παιδάκια στην αγκαλιά του κράτους. Η κυβέρνηση ψηφίζει το πακέτο Αλογοσκούφη. 28 δις € βοήθεια, τα 5 εξ αυτών απευθείας κεφαλαιακή ενίσχυση και τα υπόλοιπα με τη μορφή εγγυήσεων προκειμένου να μπορούν οι ελληνικές τράπεζες να τραβούν χρήμα από τη διατραπεζική. Νομίζουν ότι το πρόβλημα λύθηκε. Η κυβέρνηση ψηφίζει και την εγγύηση των καταθέσεων των πολιτών στις τράπεζες. 100.000 ευρώ ανά καταθέτη ανά πιστωτικό ίδρυμα. Ήσυχοι πλέον οι έλληνες καταθέτες ανανέωσαν την εμπιστοσύνη τους στο σύστημα αφού το ελληνικό κράτος εγγυάται! Πρώτο θύμα της κρίσης η PROTON BANK με διοίκηση Λιανού τότε. Η μαζική απόσυρση καταθέσεων με πορεία προς άλλες μεγαλύτερες τράπεζες οδηγεί στην ουσιαστική της πτώχευση και στην “εξαγορά” της από την “υγιή” Πειραιώς. Εξαγορά είπα; Μάλλον για ανταλλαγή μετοχών πρόκειται, δηλ. δεν εκταμιεύθηκε ούτε ευρώ για να είμαστε ακριβείς.
Στα τέλη του 2008 η εξάρτηση των ελληνικών τραπεζικών ιδρυμάτων από τη διατραπεζική αγορά είναι περί το 90 (ενενήντα) δις ευρώ. Τα περισσότερα από αυτά έχουν διοχετευτεί με τη μορφή δανείων στην ελληνική αγορά. Το μέγεθος είναι τεράστιο. Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα χρωστά στο εξωτερικό 90 δις τα οποία στην πλειοψηφία τους αποτέλεσαν αντικείμενο καταναλωτικής δαπάνης από έναν αποχαυνωμένο λαό. Καταναλωτικής δαπάνης σε εισαγόμενα κυρίως προϊόντα και υπηρεσίες αφού και η όποια οικοδομική δραστηριότητα απασχόλησε κυρίως αλλοδαπούς οι οποίοι έδιωξαν τοις αμοιβές τους στις χώρες προέλευσής τους. Είπαμε, και η οικοδομή είναι δύσκολη δουλειά. Την ίδια στιγμή το χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι περίπου στο 120%, εκεί που θέλουν να το φτάσουν οι σημερινοί σωτήρες μας το 2020. Το ποσοστό αυτό έχει αυξηθεί κατά 20% περίπου μέσα σε λιγότερο από 10 χρόνια αλλά δεν ανησυχεί κανείς, είμαστε αναπτυγμένη χώρα με συνεχιζόμενους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Πρότυπό μας η Ευρώπη και η Αμερική. Για να έχουμε ένα δείγμα σύγκρισης του τι υπέστη ο ελληνικός λαός μέσα σε μια 10ετία αναφέρω το εξής: όταν το 2001 ιδρύονταν άλλη μια τράπεζα στην Ελλάδα, η ΩΜΕΓΑ, από έναν όμιλο επιχειρηματιών και πρώην χρηματιστών, ο τότε Διευθύνων Σύμβουλος Γ. Σορτίκος προκειμένου να δικαιολογήσει τη δυνατότητα ύπαρξης άλλης μιας τράπεζας παρουσίασε στοιχεία που έδειχναν ότι ο δανεισμός των ελληνικών νοικοκυριών ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν κάτω του 40% τη στιγμή που στη Δ. Ευρώπη και τη Β. Αμερική ήταν πάνω από το 100%. Πράγματι σήμερα αυτό το ποσοστό έχει σχεδόν διπλασιαστεί. Αυτό θα πει πρόοδος…..
Οι τράπεζες όπως είναι γνωστό μπορούν να χρεοκοπήσουν είτε λόγω συσσωρευμένων επισφαλειών λόγω κακών δανείων είτε λόγω ρευστότητας. Η αξιολόγηση του δανειακού χαρτοφυλακίου τους από εξωτερικούς ελεγκτές (ορκωτούς, ή ελεγκτές της ΤτΕ) είναι δύσκολο έργο. Γίνεται πάντα δειγματοληπτικά και κατά τη γνώμη μου ούτε οι εσωτερικές επιθεωρήσεις των τραπεζών είναι σε θέση να έχουν πλήρη γνώση όλου του δανειακού χαρτοφυλακίου της κάθε τράπεζας. Αντίθετα η ρευστότητα ελέγχεται πολύ εύκολα. Και εδώ αρχίζει να διαφαίνεται ο πλημμελής ρόλος της ΤτΕ. Ναι μεν ήταν νόμιμο οι χορηγήσεις να υπερβαίνουν τις καταθέσεις αλλά…… Επίσης είναι κοινός τόπος ότι στόχος συνειδητός πολλών παικτών του συστήματος είναι η αύξηση των μεγεθών τους σε τέτοιο βαθμό ώστε πιθανή αποτυχία να έβαζε σε κίνδυνο το ίδιο το σύστημα. Too Big To Fail (TBTF). Στις τράπεζες το δόγμα αυτό ισχύει πολύ περισσότερο από τη στιγμή που κινδυνεύουν όχι μόνο τα μετοχικά κεφάλαια των τραπεζιτών αλλά κυρίως οι καταθέσεις του απλού κόσμου. Εξ ορισμού λοιπόν στην Ελλάδα του 2008, κάθε τράπεζα ήταν ασφαλής για τους καταθέτες της αφού αν χρεοκοπούσε, είτε θα την έσωζε το δημόσιο είτε θα τη συγχώνευε κάποια μεγαλύτερη (βλέπε περίπτωση PROTON ή και λίγο νωρίτερα αυτή της ΑΣΠΙΣ η οποία όμως χρεοκόπησε για άλλους λόγους και σώθηκε με συγχώνευση με το δημόσιο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο). Από μόνη της αυτή η αρχή δείχνει το μέγεθος της υποκρισίας του συστήματος.
Μπαίνουμε λοιπόν στο 2009. Για όσους θυμόνται, οι ελληνικές τράπεζες εδώ και μερικούς μήνες έχουν κλείσει τις στρόφιγγες του δανεισμού. Εκταμιεύονται μόνο τα προ LB εγκεκριμένα ποσά ενώ νέες εγκρίσεις δίνονται με το σταγονόμετρο. Επιπλέον οι τράπεζες κάνοντας χρήση των όρων των συμβάσεων ανοικτών αλληλόχρεων λογαριασμών ζητούν άμεσα πίσω όποια κεφάλαια κίνησης έχουν χορηγήσει άνευ καλύψεων, μετατρέπουν σε δάνεια τακτής λήξης όσα κεφάλαια κίνησης είναι καλυμμένα με προσημειώσεις και αυξάνουν αυθαίρετα τις καλύψεις σε ενέχυρο από 100-110% σε 120-125% τουλάχιστον. Όσοι αντιδρούν απειλούνται με άμεσο κλείσιμο των γραμμών χρηματοδότησης ενώ οι διάρκειες των εγκρίσεων από 12 μήνες που ήταν προ κρίσης φτάνουν τους 6 μήνες κατά μέγιστο ενώ τα 3μηνα δεν είναι ασυνήθιστα. Πολλές φορές η χρηματοδότηση ενός πινακίου μεταχρονολογημένων επιταγών παίρνει και μια βδομάδα. Τα χορηγητικά επιτόκια αυξάνονται εκβιαστικά στους υφιστάμενους πελάτες. Μέχρι το καλοκαίρι του 2009 γίνεται πλέον φανερό ότι η κρίση έχει φτάσει και εδώ. Επειδή όμως λόγω τουρισμού το καλοκαίρι περνά πιο εύκολα, δίνεται παράταση ζωής μέχρι το Σεπτέμβρη. Όλοι σφίγγουν τα δόντια περιμένοντας τους τουρίστες που όμως δεν λύνουν το πρόβλημα. Πως θα μπορούσαν άλλωστε. Η κυβέρνηση αρχικά προέβλεπε έλλειμμα 5-6%, μετά 8% και μετά 10%. Αφού η αγορά δεν τζιράρει πως να υπάρξουν έσοδα. Και πως να τζιράρει η αγορά αφού οι τράπεζες που τόσα χρόνια τη στήριζαν έχουν κατ’ ουσία χρεοκοπήσει; Κατάρρευση εσόδων από τη μια, αύξηση δαπανών από την άλλη για το κράτος και το εφιαλτικό 2009 κλείνει με έλλειμμα 15% και κάτι παραπάνω. 36 δις € παραπάνω χρέος για το ελληνικό κράτος μέσα σε μια μόνο χρονιά. Καταστροφή πραγματική. Αλλά αυτή είναι η μια όψη του νομίσματος. Υπάρχει και η άλλη που όπως θα δούμε είναι πιο εφιαλτική. Το 2009 κλείνει φυσικά με τον Καραμανλή να χάνει τις εκλογές πανηγυρικά ψελλίζοντας στα μπαλκόνια κάτι για αναγκαίες θυσίες και σκληρή αλήθεια και από την άλλη με τον ΓΑΠ θριαμβευτή αφού “λεφτά υπήρχαν”. Ερώτημα: Ποιος χρηματοδότησε αυτά τα 36 δις € του 2009; Μα φυσικά οι τράπεζες, ξένες και ελληνικές. Κάποιοι είναι σε θέση να γνωρίζουν τι γίνεται και το εκμεταλλεύονται προς ίδιον όφελος συμβουλεύοντας τον αδαή ΓΑΠ να ζητήσει τη βοήθεια του ΔΝΤ. Κερδοσκοπούν με τα CDS και προετοιμάζουν το έδαφος για την τρόικα.
Από εδώ και πέρα, τα πράγματα ακολουθούν προδιαγεγραμμένη πορεία. Οι ευρωπαίοι εταίροι μας έχουν πλέον συνειδητοποιήσει το πρόβλημα και άρον άρον προχωρούν στο πρώτο μνημόνιο. 110 δις € το Μάιο του 2010 με επιτόκιο 5% και 3τή περίοδο αποπληρωμής. Σαν ανέκδοτο ακούγεται. Ακόμα και μετά τα μέτρα του πρώτου μνημονίου ο προϋπολογισμός είναι ελλειμματικός. Πως θα μπορούσε άλλωστε να μην είναι; Ο φαύλος κύκλος της ύφεσης έχει αρχίσει. Νέο ερώτημα και μάλιστα εύλογο: γιατί τότε η τρόικα (ΔΝΤ, ΕΚΤ και ΕΕ) προχώρησαν σε ένα χρηματοδοτικό μοντέλο εξ ορισμού μη βιώσιμου; Απλώς γιατί προείχε η σωτηρία των δικών τους τραπεζών και θεσμικών επενδυτών. Όπως έχει γραφτεί πριν το μνημόνιο περίπου 140 δις του ελληνικού χρέους ήταν στα χέρια ξέων τραπεζών. Χρεοκοπία της Ελλάδος θα είχε άμεσο αντίκτυπο στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του δυτικού κόσμου. Με το πακέτο των 110 δις κατ’ αρχάς κερδίζεται χρόνος προκειμένου να ξεφορτώσουν οι ξένες τράπεζες ελληνικό χρέος. Επίσης καθησυχάζουν λίγο οι αγορές ότι η πρόθεση είναι η Ελλάδα να σωθεί προκειμένου να αποφευχθούν συνθήκες ντόμινο. Όμως οι ξένοι γνωρίζουν καλά το μέγεθος του ελληνικού προβλήματος. Από τη μια το σπάταλο και ελλειμματικό κράτος και από την άλλη οι υπερφίαλες ελληνικές τράπεζες που έχουν εμπλέξει όλη την Ευρώπη σε ένα αυτοτροφοδοτούμενο σπιράλ. Για να καταλάβουμε το μέγεθος του ελληνικού προβλήματος μπορούμε να το συγκρίνουμε με το ιρλανδικό. Εκεί στην κέλτικη δύση 3 τράπεζες εκμεταλλευόμενες το δόγμα ΤΒΤF έγραψαν 40 περίπου δις ζημιές και όπως γίνεται σε κάθε ελεύθερη αγορά κάλεσαν το υγιές ιρλανδικό κράτος να τις σώσει. Συγκρίνετε προβλήματα. Από τη μια 3 τράπεζες και ένα εύρωστο κράτος και από την άλλη όλες οι τράπεζες και ένα χρεοκοπημένο κράτος. Η μέρα με τη νύχτα.
Οι ευρωπαίοι λοιπόν σε πρώτη φάση φορτώνουν 80 τουλάχιστον δις τους δικούς τους φορολογούμενους (τα άλλα 30 δις του πακέτου των 110 είναι του ΔΝΤ, άρα όχι μόνο ευρωπαϊκά) προκειμένου όχι να σώσουν την Ελλάδα αλλά ΝΑ ΣΩΣΟΥΝ ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΤΟΥΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ. Σε πρώτη φάση αυτό γίνεται εφικτό. Στο εσωτερικό ΓΑΠ και Παπακωνσταντίνου πανηγυρίζουν. Δεν έχουν πάρει μυρωδιά. Κατάφεραν λέει να δοθεί το μεγαλύτερο πακέτο διάσωσης στην ιστορία, ενώ εκείνος ο απίθανος υπουργός οικονομικών (αυτός που έχασε το CD) διακηρύσσει ότι μέσα στο 2012 θα ξαναβγούμε στις αγορές. Και οι ελληνικές τράπεζες; Αυτές πλέον εξαρτώνται άμεσα από το ελληνικό κράτος. Η διατραπεζική έχει κλείσει πια και τη διαφορά των χορηγήσεων και των καταθέσεων καλύπτεται με δανεισμό από την ΕΚΤ με την εγγύηση φυσικά του ελληνικού δημοσίου. Οι καταθέτες φοβούνται ότι θα χάσουν τα χρήματά τους και διοχετεύουν ένα σημαντικό μέρος αυτών στο εξωτερικό δυσχεραίνοντας την ήδη άσχημη ρευστότητα στου συστήματος. Ήδη έχουν αρχίσει απώλειες εισοδημάτων και η ανεργία κινείται σε πρωτόγνωρα επίπεδα. Οι πολίτες τρώνε από τα έτοιμα προκειμένου να συντηρηθούν μειώνοντας ακόμα περισσότερο τη ρευστότητα των τραπεζών. Είμαστε πια στο 2011 και τα πράγματα δυσκολεύουν καθημερινά. Αρχίζουν οι πρώτες φωνές να μιλούν για κούρεμα, κάτι που ισοδυναμεί με επίσημη ελεγχόμενη έστω χρεοκοπία. Υπουργός οικονομικών αλλά και πρωθυπουργεύων είναι πλέον ο Ευάγγελος. Το ύψος εξάρτησης των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ ανέρχεται ήδη στο ιλιγγιώδες ποσό των 130 δις. Εγγυημένο βέβαια από το ελληνικό κράτος. Νέα μετρά (τα τελευταία λέει) που ονομάζονται “μεσοπρόθεσμο”, αλλαγή κυβέρνησης και ο τεχνοκράτης Παπαδήμος, αυτός που ήταν επικεφαλής της ΤτΕ όταν απελευθερώθηκε η αγορά διαπραγματεύεται το δεύτερο μνημόνιο. Και το κούρεμα. Από τη μια το ελληνικό κράτος και από την άλλη οι ιδιώτες δανειστές. Πόσο είναι όμως το χρέος που κατέχουν τώρα οι ξένες τράπεζες; Από τα 140 δις έχει μειωθεί στα 40 δις! Απίστευτο και αυτό. Με το πακέτο του πρώτου μνημονίου οι ξένες τράπεζες ξεφόρτωσαν 100 δις ελληνικά ομόλογα, είτε στο 100% μέσω της αναχρηματοδότησης του χρέους από αυτό είτε με μικρή ζημιά στη δευτερογενή αγορά (μήπως στην ΕΚΤ;;;) επειδή το σύστημα κέρδισε χρόνο. Και ποιοι φορτώθηκαν το χρέος αυτό; Μα οι φορολογούμενοι πολίτες των κρατών της ΕΕ και των ΗΠΑ. Κούρεμα λοιπόν, νέο μνημόνιο, πρωτογενές έλλειμμα περί τα 5 δις το 2011, δόση 25 δις την άνοιξη του 2012 και εκλογές. Ο νέος πρωθυπουργός εξελέγη με σύνθημα την επαναδιαπραγμάτευση και με 2-3 Ζάππεια προίκα. Ήταν σε θέση να καταλάβει την κατάσταση; Νομίζω ακόμα και ο ίδιος να μην μπορούσε υπήρχαν αρκετοί συνεργάτες του που καταλάβαιναν, άρα δεν υπάρχει δικαιολογία.
Σήμερα λοιπόν λίγο πριν την υλοποίηση του πακέτου των 13,5 δις σε μέτρα λιτότητας η κατάσταση έχει ως εξής: Την άνοιξη οι τράπεζες έλαβαν 25 δις βοήθεια από το μνημόνιο 2. Μέρος τους πήγε στην ανάκτηση των απωλειών από το κούρεμα του ελληνικού χρέους και τα υπόλοιπα έναντι της προβληματικής τους ρευστότητας. Εάν ψηφιστεί λέει το νέο πακέτο μέτρων θα δοθεί νέα δόση 31,5 δις η οποία είναι απαραίτητη γιατί το δημόσιο ταμείο άδειασε. Συνειδητό ψέμα. Τα 25 δις θα δοθούν στις τράπεζες απευθείας ώστε να ξεπληρώσουν την ΕΚΤ. Δηλαδή οι φορολογούμενοι φορτώνονται τα χρέη των τραπεζών άλλη μια φορά. 1 και κάτι δις αποτελεί κάποιο χρεολύσιο του καλοκαιριού και 5-6 δις θα εξοφλήσουν προμηθευτές του δημοσίου. Πιστεύει όμως κανείς ότι αυτά τα 5-6 δις των απαιτήσεων δεν τα έχουν ήδη προεξοφλήσει στις τράπεζες; Άρα και αυτά εκεί θα πάνε. Και μη βιαστεί κανείς να πει ότι θα επαναχορηγηθούν. Χορηγήσεις έναντι απαιτήσεων κατά του ελληνικού δημοσίου είναι παρελθόν. Άρα στην πραγματική οικονομία δεν θα πέσει ούτε ευρώ. Όλα έναντι των χρεών των τραπεζών.
Πως φτάσαμε ως εδώ; Ποιοι ευθύνονται; Έως σήμερα αποδιοπομπαίος τράγος ήταν το ελληνικό κράτος των τελευταίων 30 ετών. Θα συμφωνήσω ότι του αναλογεί μεγάλο μερίδιο ευθύνης. Οι εποπτικές όμως αρχές εντός και εκτός Ελλάδος δεν φταίνε; Κατά τη γνώμη μου πάρα πολύ αφού την ευθύνη για τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος έχει η ΤτΕ. Πως λοιπόν άφησε να διογκωθεί το φαινόμενο του υπερδανεισμού των ελληνικών τραπεζών, θέτοντας σε κίνδυνο καταθέτες και φορολογούμενους; Θα μπορούσε να ισχυριστεί ο Παπαδήμος ή ο Προβόπουλος ότι οι τράπεζες κινήθηκαν εντός νομίμων πλαισίων. Σύμφωνοι. Νόμιμο είναι και το να τρέχεις με 130 χλμ ανά ώρα στην εθνική οδό. Αλλά αν ο οδηγός δεν έχει δίπλωμα; Ή αν ο οδηγός είναι μεθυσμένος; Όταν εντοπίζεις το πρόβλημα οφείλεις να παρέμβεις. Πως επιτρέπεις σε ιδιώτες επιχειρηματίες όπως είναι οι τραπεζίτες να φέρνουν προ τετελεσμένων έναν ολόκληρο λάο; Υποτίθεται ότι υπάρχει ο κανόνας των ΜΧΑ (Μεγάλα Χρηματοδοτικά Ανοίγματα) σύμφωνα με τον οποίο οι τράπεζες δεν επιτρέπεται να χορηγούν με τη μορφή δανείων ποσά που να υπερβαίνουν το 25% των ιδίων κεφαλαίων τους. Πως λοιπόν επετράπη να έχουν τράπεζες με ίδια κεφάλαια 2-3 δις τίτλους ελληνικού δημοσίου πολλαπλής αξίας και μάλιστα κερδοσκοπώντας απροκάλυπτα με αυτούς; Νόμιμο και αυτό, αποτυχημένο όμως στην εφαρμογή. Δυστυχώς όπως λέει και ο καθηγητής Βαρουφάκης (ένας από τους ελάχιστους που είχαν το θάρρος να αναδείξουν όλες τις πτυχές του προβλήματος) η πτωχοτραπεζοκρατία καλά κρατεί. Οι ευρωπαίοι δεν φταίνε; Ε, όσο να ΄ναι κάνανε και αυτοί λίγο τα στραβά μάτια. Βλέπεις τα δανεικά σε τράπεζες και κράτος τους γύριζαν κατά ένα μέρος μέσω των εξαγωγών τους προς τους νεόπλουτους έλληνες.
Πάμε στο δια ταύτα. Λύσεις υπάρχουν; Έχουν ακουστεί κατά καιρούς διάφορα. Νέο κούρεμα, απ’ ευθείας ανάληψη της επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών από τον μηχανισμό σωτηρίας, ανάπτυξη και διάφορα άλλα απίθανα και μη. Να θυμίσω ότι ο Στρατούλης του ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για 165 δις λιμνάζοντα κεφάλαια στις ελληνικές τράπεζες εμφανίζοντας το μέγεθος της ασχετοσύνης των πολιτικών μας. Ένα άλλο ηλικιωμένο στέλεχος είπε κάτι για κούρεμα καταθέσεων πάνω των 20.000. Αστειότητες που δικαιολογούνται λόγω του προχωρημένου της ηλικίας. Και όσοι μιλάνε για ανάπτυξη είναι αλλού. Η ανάπτυξη μπορεί να προέλθει από τις τράπεζες και τις κρατικές δαπάνες και κατά ένα πολύ μικρό μέρος από ξένες επενδύσεις. Κράτος και τράπεζες θα κάνουν πολύ καιρό να σηκώσουν κεφάλι. Πρώτα πρώτα πρέπει να πουν την αλήθεια στο λαό. Παίξαμε και χάσαμε. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με λιγότερα, πιο λιτά και συμμαζεμένα. Οι ένοχοι πρέπει να λογοδοτήσουν. Τραπεζίτες, πολιτικοί, εποπτικές αρχές, όλοι. Να αφαιρεθεί ΑΜΕΣΑ η διοίκηση των τραπεζών που έχουν χρηματοδοτηθεί από το κρατικό χρέος από τους αποτυχημένους ιδιώτες και να αντικατασταθεί από συντηρητικούς επιτρόπους με σκοπό το νοικοκύρεμα. Δεν μπορεί οι διοικήσεις που έλαβαν τις επιχειρηματικές καταστροφικές αποφάσεις για την κερδοσκοπία με τα ΟΕΔ ή τον υπερδανεισμό να εξακολουθούν να ασκούν διοίκηση. Τα δάνεια να δίνονται για να αγοραστούν σπίτια και να χτιστούν παραγωγικές μονάδες, για να ενισχυθεί η αγροτική παραγωγή και όχι για την χρηματοδότηση της “γκλαμουριάς και του λάιφ-στάιλ” ούτε για σε αεριτζήδες που εν μια νυκτί έγιναν επιχειρηματίες. Να διερευνηθούν άμεσα όλες οι συναλλαγές αυτών των τραπεζών με υπεράκτιες εταιρείες σε επίπεδο ομίλων (δηλ. και οι χρηματιστηριακές και οι ασφαλιστικές εταιρείες τους). Δεν είναι δύσκολο να εντοπιστούν, λίγο χρόνο θέλει και άτεγκτους ελεγκτές. Πόσο δύσκολο είναι δηλαδή να καταδικαστεί η διοίκηση μιας τράπεζας που έδωσε 100 εκ δάνειο σε υπεράκτια εταιρεία με εμφανιζόμενο τελικό ιδιοκτήτη κάποιον άσχετο, με κάλυψη μετοχές; Αν εγώ δηλαδή ζητούσα ένα τέτοιο δάνειο θα μου το έδιναν; Ασφαλώς όχι. Κάποιος άλλος ήταν ο λόγος που ακόμα και αν δεν αποκαλυφθεί ποτέ επίσημα, δεν εμποδίζει στο να τιμωρηθούν οι εμπλεκόμενοι. Ας καταλάβουν όλοι ότι τέτοιες πρακτικές θέτουν σε κίνδυνο τις καταθέσεις. Διαφωνώ με την απ’ ευθείας ανάληψη της επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών από τον μηχανισμό στήριξης, γιατί έτσι το τραπεζικό σύστημα θα κινδύνευε να περάσει πλήρως σε ξένο έλεγχο. Και επίσης ότι εκτός από τους έλληνες πρέπει να πληρώσουν για την κρίση και οι υπόλοιποι ευρωπαίοι και μη. Εμείς ως λαός καταστρεφόμαστε κάθε μέρα, ας πληρώσουν και οι άλλοι οι οποίοι σε τελική ανάλυση είναι σε καλύτερη μοίρα από εμάς. Βασικός στόχος κάθε πατριωτικής κυβέρνησης θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να είναι το κούρεμα του χρέους των ελληνικών τραπεζών στην ΕΚΤ. Πρέπει να έχουν μείνει περίπου 85-90 δις (διορθώστε με αν κάνω λάθος). Αυτό το χρέος που είναι τα κεφάλαια που δάνεισαν ξένες τράπεζες στις ελληνικές ας μοιραστεί ισόποσα. Επιχειρηματική απόφαση των ξένων τραπεζών ήταν να δανείσουν τις ελληνικές τράπεζες, δεν μπορεί στην αποτυχία να βάζουν μπροστά το ελληνικό κράτος. Γιατί τελικά το χρέος μας σήμερα δεν είναι τα 360 δις που μας λένε, είναι 360 + 90 δις και αυτό δεν καθίσταται βιώσιμο ούτε το 2050. Το ΔΝΤ γνωρίζει επακριβώς το συμβαίνει γι’ αυτό μιλά για αρκετά δις ακόμα δάνεια και θέτει θέμα βιωσιμότητας. Είναι πολύ βασικό αυτό το σημείο. Στάση πληρωμής του ξανακουρεμένου χρέους για τουλάχιστον 2-3 χρόνια και επιμήκυνσή του στα 30 χρόνια για όλους τους τίτλους. Επιτόκιο ΕΚΤ. Ούτως ή άλλως είμαστε εκτός αγορών. Λιτότητα στα δημοσιονομικά με σκοπό πρωτογενή πλεονάσματα και ει δυνατόν πλεονασματικά εμπορικά ισοζύγια. Αποδέσμευση από τα μνημόνια, είναι παράτυπα. Η Ελλάδα στους Έλληνες. Δεν χρειαζόμαστε (ή τουλάχιστον δεν θα έπρεπε να χρειαζόμαστε) ξένους για να νοικοκυρέψουμε τα του οίκου μας. Ούτε η συντέλεια θα έρθει που έλεγε ο Παπαδήμος ούτε τίποτα. Οι εισαγωγές δεν γίνονται με πίστωση εδώ και αρκετό καιρό. Κανείς δεν δίνει πίστωση σε ελληνικές επιχειρήσεις ούτε δέχεται εγγυητικές ελληνικών τραπεζών Όλα γίνονται ή με προεμβάσματα ή τοις μετρητοίς. Το πολύ πολύ να υπάρξει περίοδος προσαρμογής 2-3 εβδομάδων και να ακριβύνει η βενζίνη και το κρέας. Να μάθουμε να χρησιμοποιούμε τα ΜΜΜ και να τρώμε όσπρια. Να καλλιεργήσουμε πάλι και κάνα χωράφι και να μην περιμένουμε την επιδότηση για να πάρουμε νέα αυτοκίνητα και να ξοδέψουμε στον κόσμο της νύκτας. Και όταν θα γίνουν αυτά θα αδειάσει και η χώρα από τους λαθρομετανάστες χωρίς να ανοίξει μύτη.
Και τώρα το μεγάλο ερώτημα: Ευρώ ή δραχμή; Η εμπειρία απέδειξε ότι η είσοδος στην ευρωζώνη ήταν λάθος. Πριν 10-20 είχα στηρίξει τόσο τη θέση της Ελλάδας στην ΕΕ όσο και το ευρώ. Όμως τότε ήμασταν το πιο φτωχό μέλος της ΕΕ και μόνο να ωφεληθούμε μπορούσαμε. Αυτό πλέον δεν συμβαίνει και θα πρέπει να επανεξεταστεί τόσο η παραμονή μας στο ευρώ αλλά ίσως και η παραμονή μας στην ΕΕ. Πολύ τολμηρό θα μου πείτε. Κομμουνιστική θέση. Δεν έχει σχέση με κομμουνισμό αλλά με πραγματισμό. Η ΕΟΚ ιδρύθηκε ως μια ένωση χωρών περίπου ίδιου οικονομικού επιπέδου. Αυτό άλλαξε από τη δεκαετία του ’80 και μετά. Ύστερα μάλιστα από την τελευταία διεύρυνση υπάρχουν τεράστια χάσματα μεταξύ των κρατών μελών και δυστυχώς εμείς είμαστε πλέον οι τελευταίοι χωρίς καμιά προοπτική σύγκλισης, μάλλον το αντίθετο ισχύει. Μπορούμε να χειριστούμε το ευρώ που σημαίνει χαμηλό κόστος δανεισμού αλλά και φθηνές εισαγωγές – ακριβές εξαγωγές; Μπορούμε να χειριστούμε την ελεύθερη εισροή φθηνού εργατικού δυναμικού όχι τόσο από τη Βαλτική όσο από τη Βουλγαρία ή τα Βαλκάνια γενικότερα; Αν υπάρχει πολιτική βούληση και πειθαρχία σε όλα τα επίπεδα, στα δημοσιονομικά, στους ιδιώτες, παντού, ναι, μπορούμε. Αλλά με την κατάσταση που επικράτησε τα τελευταία χρόνια φαντάζει δύσκολο το εγχείρημα. Είμαι υπέρ της ελεύθερης οικονομίας αλλά ΑΛΛΟ Η ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΟ Η ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ. Το κράτος οφείλει να δρα ως πραγματικό μαντρόσκυλο και να τιμωρεί παραδειγματικά όσους παραβιάζουν τους κανόνες του παιχνιδιού. Από τη στιγμή που ο έλεγχος παραδόθηκε στους ιδιώτες, παύει να υπάρχει ελεύθερη οικονομία. Δεν είναι ελευθερία το καρτέλ του γάλακτος και από το ιδιωτικό μονοπώλιο στο ρεύμα και το νερό προτιμώ το κρατικό μονοπώλιο. Και το κράτος πρέπει να αφήσει πίσω του το αμαρτωλό παρελθόν της γενιάς του πολυτεχνείου. Δεν θα έπρεπε να έχουμε ανάγκη καμιά τρόικα για να προχωρήσουμε στην απογραφή των δημοσίων υπαλλήλων ή όλων των συνταξιούχων. Ούτε για να κάνουμε την ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Ούτε για το κλείσιμο 100αδων άχρηστων κρυφοδημοσίων οργανισμών που δημιουργήθηκαν για να παρακάμπτουν τον ΑΣΕΠ, (μια διαδικασία που θα μπορούσε να λύσει το πρόβλημα της στελέχωσης του ελληνικού δημοσίου) ή την κατάργηση κάποιων απίθανων επιδομάτων δημοσίου (η φιλελεύθερη Ντόρα στο νομοσχέδιο του 2008 που εγγυούνταν τις καταθέσεις έως 100.000 κατάφερε να περάσει επίδομα 500 € μηνιαίως στους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ του οποίου προΐστατο, εν όψει εσωκομματικών εκλογών….). Δεν είναι όμως θεσμική αλλαγή ή μεταρρύθμιση η κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων ή της διαιτησίας. είναι κατάφωρη παραβίαση των κανόνων της ελεύθερης αγοράς. Η προστασία του αδυνάτου όχι ρουσφετολογικά αλλά ουσιαστικά θα πρέπει να ξαναμπεί στο τραπέζι. Μη γελιόμαστε, το συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας είναι στον τουρισμό, τη ναυτιλία και κάποια αγροτικά προϊόντα. Οι αριστεροί λοιδορούσαν τον τουρισμό γιατί έλεγαν πως με την ΕΟΚ θα καταλήγαμε ευρωγκαρσόνια. Ήθελαν βλέπετε βαριά βιομηχανία.
Δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος για την κατάληξη της κρίσης αφού οι πολιτικοί μας, επικουρούμενοι κάποιοι από αυτούς από τα περισσότερα ΜΜΕ ή εν μέσω απίστευτης άγνοιας δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα στη ρίζα τους. Ελπίζω όμως οι παραπάνω σκέψεις να προβληματίσουν κάποιους οι οποίοι να μπορέσουν να επηρεάσουν κάποιους άλλους και να ακουστεί και η αιρετική μου άποψη. Είμαι ένας ανώνυμος εργαζόμενος, με 2 μικρά παιδιά που δεν προέρχομαι παρά από μια μικροαστική οικογένεια. Έχω τις ίδιες αγωνίες με τους πολλούς και ελπίζω ότι τα παιδιά μου ίσως θα ζήσουν σε μια πατρίδα ελεύθερη αλλά όχι ασύδοτη, και τα παιδιά τους ίσως να έχουν την τύχη να ζήσουν καλύτερα από εμάς.
Αθήνα 26/10/2012
Σ.Κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου