του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
                  Εντάξει, τους δημοσίους υπαλλήλους που την βόλεψαν στο Δημόσιο ελέω Κουτσόγιωργα, Παπανδρέου και Κώστα Καραμανλή τους καταλαβαίνω. Ψήφισαν μονοκούκι τον Αλέξη Τσίπρα, πρώτον, γιατί ατημέλητος και αμόρφωτος όπως είναι «τούς πάει» εμφανισιακά και, δεύτερον, γιατί τούς έχει υποσχεθεί ο άνθρωπος ότι τα πάρτυ στο Δημόσιο θα συνεχίζονται. Όχι σαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη που όλο για απολύσεις μιλούσε…
Τους διαπλεκόμενους –επιχειρηματίες, παπάδες, δημοσιογράφους και συνδικαλιστές– και αυτούς τους καταλαβαίνω. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν η λύση στην αβεβαιότητά τους. Ήταν μία μορφή εγγύησης ότι στην Ελλάδα η ακίνητη κοινωνία θα εξακολουθήσει να παραμένει ως έχει. Πού να καταλάβει ένας ηλίθιος ότι η ακινησία οδηγεί στην γάγγραινα και η τελευταία στον ακρωτηριασμό… Πού να γνωρίζει ο νέος που είναι άνεργος και «αγανακτισμένος» ότι στο Δημόσιο υπάρχουν 485 κωδικοί πληρωμής που κανείς δεν ξέρει πώς λειτουργούν και μέσω των οποίων κάπου 116.000 άγνωστοι γραφειοκράτες εισπράττουν από 14 έως 16 μισθούς ετησίως, χωρίς καμμία περικοπή από το 2009…
Ο απλός πολίτης που φορολογείται πώς μπορεί να γνωρίζει ότι το διαδικαστικό κόστος της γραφειοκρατίας αντιπροσωπεύει περί τα 18 δισεκατ. ευρώ τον χρόνο, από τα οποία τα 3 δισεκατ. περίπου κανείς δεν μαθαίνει ποτέ σε ποιων τις τσέπες πηγαίνουν; Υπολόγισε ποτέ ένας, μόνον ένας, από τους «πιο έξυπνους Έλληνες του κόσμου» πόσο τού κόστισε ο πλασματικός χρόνος που συνυπολογίζεται στην σύνταξη ενός δημοσίου υπαλλήλου από απωλεσθέντα χρόνο απεργιών; Ποιος βέβαια θα πει στα φορολογούμενα υποζύγια ότι από το 1981 έως σήμερα οι απεργίες του δημόσιου τομέα κόστισαν επτά χρόνια (ναι, 7 χρόνια) εργασίας, ήτοι πάνω από 1.600 εργάσιμες ημέρες; Σε χρήμα δε, μιλάμε για το μισό σημερινό ελληνικό δημόσιο χρέος.
Αλλά γι αυτή την ντροπή κανείς δεν μιλάει. Είναι βολικό για τους μπαρουφολόγους να πουλάνε «κατοχικά δάνεια» και άλλα γερμανικά χρέη που θα εισπραχθούν περί το 2.500 μ.Χ. Είναι ευκολότερο για κάποιες καρακάξες να ομιλούν για «επονείδιστο χρέος» και άλλες μπούρδες, παρά να βλέπουν την γυμνή και αποκρουστική πραγματικότητα. Αυτήν που είναι η μεγάλη ντροπή για όλους μας.
Μία ντροπή που έχει βαθειές ρίζες, τις οποίες ο Ευάγγελος Κοροβίνης στο βιβλίο του «Η Νεοελληνική Φαυλοκρατία» (εκδ. Αρμός) τοποθετεί στην εποχή του Κωλέττη. Γράφει, έτσι, τα εξής αποκαλυπτικά:
«Στον Κωλέττη μπορεί να πιστωθεί μία πρώτη αποκρυστάλλωση των φαυλοκρατικών χαρακτηριστικών του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Καλλιέργησε όσο κανείς προηγούμενός του τα σπέρματα της συναλλαγής και της πολιτικής διαφθοράς, ενώ ήταν ο πρώτος Έλληνας πολιτικός που, διαχειριζόμενος τα κοινά, απέκτησε μεγάλη περιουσία (630.000 δραχμές της εποχής εκείνης). Στόχος του Κωλέττη ήταν η μακροβιότητα των κυβερνήσεών του και όχι οι μεταρρυθμίσεις και η εθνική ανασυγκρότηση. Με τις αθρόες απολύσεις κομματικών αντιπάλων, τον διορισμό ημετέρων, την κατοχύρωση των προνομίων των διαφόρων τοπαρχών και τις εκλογές βίας και νοθείας, ήταν πράγματι ο πρώτος που διασφάλισε μακρόβιες κυβερνήσεις. Χαρακτηριστικό είναι το ωρολόγιο πρόγραμμά του: Μέχρι αργά το απόγευμα ασχολείτο με την διεκπεραίωση ρουσφετιών, πρώτα στην κατοικία του και μετά στην έδρα της κυβερνήσεως. Στην διάρκεια των υπηρεσιακών συσκέψεων που επακολουθούσαν συνήθως κοιμόταν, ενώ απουσίαζε συστηματικά από τις συνεδριάσεις της Βουλής».
Την παραπάνω παράδοση, με κάποιες λαμπρές εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα (Καποδίστριας, Τρικούπης, Βενιζέλος Βαλκανικών Πολέμων) ακολούθησαν όλοι οι Νεοέλληνες πολιτικοί, με αποτέλεσμα σήμερα, στον μεταβαλλόμενο κόσμο μας, το φαυλοκρατικό νεοελληνικό σύστημα να είναι και κορυφαίος εθνικός κίνδυνος.