Τιμή
1165,14
Διαφορά
-25,13
% Μεταβολή
-2,11 %
 
 
 
Κηδεία από το πρωί στο Χρηματιστήριο της Κολομβίας των Βαλκανίων με φόντο την πόρτα που έφαγε ο Σαμαράς από την Μέρκελ και τώρα προσπαθεί να κάνει τράκα από τον άφραγκο Ιταλό πρωθυπουργό.
Ο Βασίλης Γεώργας επιχειρεί στο Capital να περιγράψει την καταστροφή κάπως πιο λογοτεχνικά-σαν τις περιγραφές του Αλέξη Σπυρόπουλου από το πρόσφατο Μουντιάλ.
Η είδηση πάντως είναι ότι όσοι είστε εγκλωβισμένοι στο Χρηματιστήριο της Κολομβίας θα κλάψετε πολύ!
Στον τοίχο της ανησυχίας για την τροπή που λαμβάνουν οι γεωπολιτικές εντάσεις, αυξάνοντας αισθητά το επενδυτικό ρίσκο διεθνώς, προσκρούει κάθε προσπάθεια ουσιαστικής ανοδικής αντίδρασης και στο ελληνικό χρηματιστήριο.

Η κλιμάκωση των εντάσεων σε Ουκρανία, Μέση Ανατολή, Ιράκ και η γενικότερη ανησυχία για την τροπή που μπορούν να λάβεις οι διεθνείς εξελίξεις έχουν ρίξει τη σκιά τους στις διεθνείς αγορές και στο ελληνικό Χρηματιστήριο

Γεωπολιτικό ρίσκο
Ο εξαιρετικά μειωμένος καθαρός τζίρος των τελευταίων ημερών που έπεσε χθες μόλις στα 52,5  εκατ. ευρώ καταδεικνύει την επενδυτική αποχή που έχει επιβάλει στους ξένους επενδυτές τόσο ο παράγοντας του γεωπολιτικού ρίσκου, όσο και η απουσία θετικών καταλυτών στην εγχώρια αγορά, η οποία προς το παρόν «έρπει» εν είδει συσσώρευσης κάτω από τις 1.200 μονάδες, εξαντλώντας την όποια δυναμική της σε συνεδριάσεις μηδενικού αποτελέσματος.

Παρά το γεγονός ότι η διορθωτική πορεία των τεσσάρων τελευταίων μηνών έχει οδηγήσει την αγορά σε καθοριστικά επίπεδα τιμών για την μεσοχρόνια πορεία της, εντούτοις μέχρι σήμερα τα ισχυρά χέρια και ειδικά οι ξένοι θεσμικοί, τηρούν στάση αναμονής. Αναλυτές εκτιμούν πως όσο δεν υπάρχουν απτές εξελίξεις στο μέτωπο της συμφωνίας για τη «βιωσιμότητα» του χρέους που θεωρείται βασικό συστατικό για τη χρηματιστηριακή άνοδο αλλά και την πολιτική σταθερότητα μεσοπρόθεσμα, το Χρηματιστήριο δεν θα έχει λόγους να πραγματοποιήσει μεγάλες κινήσεις προς τα πάνω.

Η θετική πλευρά της φαινομενικής σταθεροποίησης των τελευταίων ημερών, είναι πως το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει καταφέρει να φρενάρει την πτώση του και προσπαθεί να κερδίσει χρόνο, χωρίς να παραδίδει κρίσιμα επίπεδα τιμών στους πωλητές. Από την άλλη, όμως, με τον Γενικό Δείκτη να αντιμετωπίζει σημαντικές αντιστάσεις λίγο ψηλότερα, χωρίς ακόμη να έχει υπερβεί πειστικά την πρώτη από αυτές στις 1.185 μονάδες (κινητός μέσος όρος 200 ημερών), υπάρχει πάντα το ρίσκο για μια τοπική κορύφωση στα τρέχοντα επίπεδα εφόσον οι αγοραστές δεν βρουν λόγους για να επέμβουν πιο δυναμικά.

Η σημερινή συνεδρίαση ενδεχομένως αποτελέσει αφορμή για λύση της ολιγοήμερης συσσώρευσης καθώς λήγουν οι σειρές Ιουλίου των συμβολαίων στα παράγωγα. Οι βραχυχρόνιες διαγραμματικές «επιλογές» σε επίπεδο Γενικού Δείκτη είναι, είτε να συνεχίσει άμεσα την ανοδική του κίνηση ανεβάζοντας ρυθμούς προς τις 1.200 – 1.240 μονάδες, είτε να οπισθοχωρήσει απότομα για ένα καθοδικό σκέλος προς τις 1.120-1.130 μονάδες.

Αβεβαιότητα

Ούτε, όμως, το διεθνές κλίμα όπου το τελευταίο διάστημα επικρατούν οι πωλητές στις αγορές και η στροφή μέρους των κεφαλαίων σε «ασφαλέστερα» καταφύγια όπως τα ομόλογα και ο χρυσός, ευνοεί σε αυτή τη φάση κάποια θετική διαφοροποίηση, ούτε πολύ περισσότερο οι εσωτερική «ακινησία» όπου με εξαίρεση μια – δυο μεμονωμένες επιχειρηματικές και χρηματιστηριακές κινήσεις (π.χ προσφορές για Forthnet, placement στην Aegean) , η συνολική κατάσταση δείχνει βαλτωμένη και με τις κρίσιμες αποφάσεις – εξελίξεις να παραπέμπονται για το Φθινόπωρο.

Την ίδια στιγμή τα μηνύματα που εκπέμπουν επιμέρους μετοχές – «σηματωροί» είναι μικτά: για παράδειγμα ο ΟΤΕ εμφανίζει αχνές ενδείξεις δημιουργίας ενός νέου πυθμένα στα τρέχοντα επίπεδα, η Coca Cola δίνει βραχυχρόνια σήματα ανόδου, η Eurobank Properties πολιορκεί νέα υψηλά, αλλά η Intralot επιστρέφει χαμηλότερα στην κρίσιμη ζώνη στήριξης των 1,8-1,85 ευρώ, η ΕΧΑΕ αδυνατεί να απομακρυνθεί ανοδικά από τα 7 ,5 ευρώ, ο ΟΠΑΠ έκλεισε χθες στα χαμηλότερα επίπεδα των δύο τελευταίων μηνών, η Σωληνουργεία Κορίνθου έχει κατρακυλήσει στις χαμηλότερες τιμές από το Νοέμβριο του 2012 και γενικά το ταμπλό έχει αρχίσει να παρουσιάζει επιμέρους διαφοροποιήσεις, που δείχνουν πως απουσιάζει η ξεκάθαρη τάση.

Στις τράπεζες, ο χορός των θετικών προσδοκιών από τους ξένους οίκους συνεχίζεται, όμως στο ταμπλό οι προσδοκίες εξακολουθούν να μην αντικατοπτρίζονται. Χθες η JP Morgan «βγήκε» overweight στα ομόλογα της Εθνικής και της Πειραιώς, ενώ η  Moody’s πίστωσε στα θετικά της Alpha Bank την έγκριση του σχεδίου αναδιάρθρωσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, χωρίς όμως καμία από τις δύο θετικέ ειδήσεις να έχουν επίπτωση στις τιμές των τραπεζικών μετοχών στις οποίες οι συναλλαγές έχουν μειωθεί πλέον κατακόρυφα.

Αντίθετα ο ελληνικός κλάδος δείχνει αυτή την περίοδο να επηρεάζεται περισσότερο από τον σκεπτικισμό που δημιουργούν συνολικά οι διεθνείς εξελίξεις για τις τράπεζες, αλλά πρωτίστως από την κυρίαρχη αντίληψη πως μετά τα stress test του Οκτωβρίου θα ανακύψουν πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες και ενδεχομένως μικρότερες ή μεγαλύτερες αυξήσεις κεφαλαίου τις οποίες θα κληθούν να καλύψουν οι νέοι μέτοχοι, όπως άφησαν να εννοηθεί και με τις χθεσινές δηλώσεις τους στοBloomberg οι επικεφαλής του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Η JP  Morgan εκτίμησε πάντως χθες πως οι ανάγκες τους είναι διαχειρίσιμες καθώς δεν θα ξεπεράσουν τα 2 δισ. ευρώ και δεν θα απαιτηθεί η χρήση του «μαξιλαριού» των 11 δισ. ευρώ.

Στο ομιχλώδες τραπεζικό τοπίο, πάντως,  φαίνεται να συμβάλουν και οι αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις που διατυπώνονται μεταξύ κυβέρνησης, ΤΧΣ και τραπεζιτών, κυρίως σε ό,τι αφορά την χρησιμότητα δημιουργίας bad bank για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων αλλά και συνολικά για την πρόκληση της διαχείρισης του τεράστιου ζητήματος των μη εξυπηρετούμενων χρεών.

Οι επόμενες εξελίξεις για την πορεία του τραπεζικού δείκτη θα σηματοδοτηθούν από τη συμπεριφορά του ως προς τη μεσοχρόνια γραμμή στήριξης που εντοπίζεται κοντά 8-10% χαμηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα, στις 150 μονάδες. Όπως εκτιμά η ομάδα ανάλυσης της eZMarket, αν ο δείκτης δεν καταφέρει να απομακρυνθεί ανοδικά και να επιστρέψει από την περιοχή των 175 μονάδων, ο κίνδυνος καθοδικής διάσπασης θα είναι σημαντικός, και εφόσον συμβεί θα ανοίξει το δρόμο για ευρύτερη υποχώρηση και ταλαιπωρία της αγοράς.